Ο Ορχομενός κατά την Ιστορική Περίοδο
Η εγκατάσταση των Αρναίων Βοιωτών
Μετά την εγκατάσταση στη Βοιωτία των Αρναίων Βοιωτών από τη Θεσσαλία, και την φυγή των περισσοτέρων ευγενών από τον Ορχομενό, αρχίζει η σταδιακή εξασθένισή του.
Οι Βοιωτοί καταλαμβάνουν και τη Θήβα, και στα 1100 π.Χ. προσπαθούν να υποτάξουν και την Αττική. Ηττώνται όμως στην Πάνακτο και στο εξής η κυριαρχία τους περιορίζεται από τη Χαιρώνεια μέχρι τον Ωροπό, και από τον Ευβοϊκό κόλπο μέχρι τον Κιθαιρώνα. Η κυριαρχία των Αρναίων Βοιωτών παγιώνεται και ανακηρύσσουν τη Θήβα πρωτεύουσα. Αργότερα ολόκληρη η Βοιωτία εντάσσεται στο "Κοινό των Βοιωτών" και αποτελεί κράτος ισχυρότατο. Οι πόλεις περιστειχίζονται και οργανώνουν ισχυρό στρατό.
Ο θεσμός της βασιλείας καταργείται και δημιουργούνται αυτόνομες πόλεις με αριστοκρατικό πολίτευμα. Οι πόλεις συνδέονται μεταξύ τους με τη Βοιωτική Ομοσπονδία, όπου βέβαια αρχηγός είναι η Θήβα.
Ο Ορχομενός στο "Κοινό των Βοιωτών"
Την τύχη αυτή ολόκληρης της Βοιωτίας ακολουθεί και ο Ορχομενός που δεν ονομάζεται πλεόν Μινύειος αλλά Βοιώτιος. Είναι η δεύτερη, μετά τη Θήβα πόλη στο Κοινό των Βοιωτών, όπου συμμετέχει με 2 Βοιωτάρχες και 120 αντιπροσώπους μέχρι το 510 π.Χ. Ανήκει στις Μεγάλες και Ελεύθερες πόλεις, έχει τη δική του Βουλή και έχει στη δικαιοδοσία του τη Χαιρώνεια, την Ασπληδόνα, τους Όλμωνες, τον Υηττό, την Τεγύρα και τους Κύρτωνες.
Σ' αυτό το χρονικό διάστημα ο Ορχομενός συμμετέχει και στη ναυτική αμφικτυονία της Καλαβρίας (Πόρου) μαζί με άλλες 7 αυτικές και εμπορικές πόλεις. Άλλο ένα σημάδι ακμής και προσπορισμού πλούτου.
Ο θάνατος του Ησιόδου
Γύρω στο 750 π.Χ., όταν πέθανε ο Ησίοδος, ο Ορχομενός ερημώνεται από μεγάλη επιδημία. Κατά τον χρησμό της Πυθίας η επιδημία θα σταματήσει εάν μεταφερθούν τα οστά του Ησίοδου στον Ορχομενό. Αναζητούν λοιπόν και βρίσκουν τον τάφο του στην Άσκρη ( κατ' άλλη εκδοχή στη Ναυπακτία), μεταφέρουν τα οστά και τα θάβουν κοντά στον τάφο του Μινύα που βρισκόταν στο κέντρο της αγοράς του Ορχομενού. Έτσι οι Ορχομένιοι με καμάρι δείχνουν, μέχρι και τα χρόνια του Παυσανία, τον τάφο του μεγάλου ποιητή. Κατά τον Παυσανία στον τάφο του Ησίοδου ήταν γραμμένοι στίχοι του Ορχομένιου ποιητή Χερσία:
Πατρίδα του Ησίοδου ήταν η Άσκρη με τα πολλά σπαρτά, αλλά σαν πέθανε τα κόκκαλά του δέχτηκε η γη των εξαίρετων καβαλάρηδων Μινυών. Η δόξα του στην Ελλάδα θα είναι μεγάλη, σαν γίνει κριτήριο για τους ανθρώπους η σοφία.
Το περιστατικό αυτό δείχνει επίσης την αγάπη και εκτίμηση των Ορχομενίων για τη μουσική και την ποίηση, κάτι που δεν είναι καινούριο στον Ορχομενό αφού χρονολογείται από τους προϊστορικούς ακόμα χρόνους.
Εξακόσια χρόνια ειρήνης και ακμής
Έτσι ο Ορχομενός ζει ήσυχα και ειρηνικά για μεγάλο χρονικό διάστημα, εμπνέοντας σεβασμό στους φίλους του και φόβο σε όσους εποφθαλμιούν την πλούσια γη του. Οι Ορχομένιοι, φορείς ανώτερου και πανάρχαιου πολιτισμού, κατορθώνουν και επιβάλλονται στους κατακτητές τους σε ότι αφορά θρησκευτικά ζητήματα και πετυχαίνουν την ελεύθερη αναγνώριση της λειτουργίας των μαντείων και της θρησκείας των Μινυών. Η καλλιέργεια της γόνιμης πεδιάδας φέρνει στον Ορχομενό πλούτο και αυτή η ευημερία προτρέπει σε αναζήτηση νέων ηθικών και υλικών απολαύσεων.
Τα εκλεκτά άλογα των ιπποφορβείων του Ορχομενού τον κάνουν πρωταγωνιστή των ιπποδρομιών και αρματοδρομιών τόσο σε τοπικούς όσο και σε Πανελλήνιους αγώνες. Τα επίθετα που συνοδεύουν τον Ορχομενό στην μακραίωνη ιστορία του, είναι "πλύξιππος" ( κατά τον Ορχομένιο ποιητή Χερσία) και "καλίπωλος" (κατά τον Πίνδαρο στον ύμνο που έγραψε για τον Ορχομένιο Ολυμπιονίκη Ασώπιχο). Είναι χαρακτηριστικό το ότι ο Ορχομενός είχε πάντοτε ολιγαρχικό πολίτευμα, ιδίωμα των πόλεων που στήριζαν τη δύναμή τους στο ιππικό, κατά τον Αριστοτέλη.
Σε όλη αυτή λοιπόν τη μακρά διάρκεια ο αρχαίος πολιτισμός εξακολουθεί να ακμάζει στον Ορχομενό. Η συστηματική καλλιέργεια του Βοιωτικού κάμπου, η γεωργία, η κτηνοτροφία αλλά και το εμπόριο (κυρίως ναυτικό) είναι πηγές πλούτου και άνθησης για τον Ορχομενό. Τα ψάρια και κυρίως τα ξακουστά χέλια από τη λίμνη Κωπαίδα και τους ποταμούς Μέλανα και Κηφισσό εξάγονται σε μεγάλες ποσότητες. Εξάγονται επίσης βόδια στην αγορά των Αθηνών, ενώ και το κηνήγι είναι άφθονο στην περιοχή του Ορχομενού.
Έχουν έτσι οι Ορχομένιοι την οικονομική δυνατότητα να προσλαμβάνουν στα σπίτια τους παιδαγωγούς για να διδάσκουν στα παιδιά τους γραφή, ανάγνωση και μουσική. Υπάρχουν επίσης γυμναστήρια όπου διδάσκονται κυρίως στρατιωτικά γυμνάσματα. Οι τέχνες βρίσκονται σε άνθηση, μετά τον 8ο π.Χ. αιώνα κυρίως, και ιδιαίτερα η αγγειοπλαστική.
Όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα οι κατακτητές από τη Θεσσαλία που εγκαταστάθηκαν στον Ορχομενό, να αποβάλλουν τα πρωτόγονα ένστικτά τους και να αφομοιώσουν τα ήθη και έθιμα και κυρίως τη νοοτροπία των παλαιών κατοίκων, των Μινυών και Αθαμαντίδων.
Οι "άσπονδοι" φίλοι
Η ανάπτυξη όμως αυτή του Ορχομενού επιφέρει το φθόνο των γειτόνων του. Η Θήβα αρχηγεύει μεν της Βοιωτίας αλλά υποβλέπει τη χλιδή και τον πολιτισμό των Ορχομενίων. Έτσι στους ιστορικούς χρόνους που ακολουθούν μετά το 510 π.Χ., αρκετές φορές προβαίνει σε φοβερές αγριότητες κατά της πόλης του Ορχομενού και των κατοίκων της. Αυτό βέβαια δεν είναι πρωτόγνωρο. Η αντιπαλότητα αυτή διαρκεί από την ηρωϊκή ακόμα εποχή που οι Θηβαίοι, μετά από δική τους πάλι πρόκληση, ήταν υποτελείς και πλήρωναν φόρο στον Ορχομενό.
Διοικητική οργάνωση
Για τη διοικητική οργάνωση του Ορχομενού σώζονται έμμεσες πληροφορίες αφού χάθηκε το έργο του Αριστοτέλη "Ορχομενίων Πολιτεία".
Την εξουσία στον Ορχομενό είχαν ο επώνυμος άρχοντας, οι πολέμαρχοι, οι γραμματείς, οι ταμίες, οι κατόπτες, οι ιεράρχες, ο σύνδικος κ.α. Από επιγραφές που βρέθηκαν γνωρίζουμε ότι κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα είχαν επικρατήσει ολιγαρχικοί και είχαν σχηματιστεί τέσσερις βουλές. Κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους κυριαρχούσε ο "Δάμος".
Θήβα - Σπάρτη - Αθήνα
510-490 π.Χ.
Ο Ορχομενός είναι υποταγμένος στη Θήβα και έτσι μη μπορώντας να κάνει αλλιώς ακολουθεί τους Θηβαίους με το μέρος των Περσών. Το 490 π.Χ., γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, αποσπάται προσωρινά από τη Θήβα αλλά αργότερα υποτάσσεται και πάλι στους Θηβαίους.
480 π.Χ.
Ο βασιλιάς της Σπάρτης Λεωνίδας, πηγαίνοντας προς τις Θερμοπύλες, περνάει από τον Ορχομενό. Αδίστακτα οι Ορχομένιοι συντάσσονται μαζί του και συμμαχούν προσφέροντας και στρατό για την αντιμετώπιση του Ξέρξη. Μετά τον ηρωικό θάνατο του Λεωνίδα επακολουθεί η κατάκτηση του Ορχομενού από τον Ξέρξη το 480 π.Χ.
457-447 π.Χ.
Οι Σπαρτιάτες, παρά τη διαγωγή των Θηβαίων στους Περσικούς πολέμους, τους βοηθούν να ξανασυγκροτήσουν την Βοιωτική Ομοσπονδία, για να τους χρησιμοποιήσουν κατά της Αθήνας. Σύντομα όμως οι Σπαρτιάτες συνθηκολογούν με τους Αθηναίους οι οποίοι διαλύουν τη Βοιωτική συμμαχία, καταργούν τα αριστοκρατικά πολιτεύματα και εγκαθιστούν δημοκρατικά. Έτσι για μια δεκαετία ο Ορχομενός έχει Σπαρτιατική φρουρά και ζει κάτω από τη συγκαλημμένη δουλεία της Αθηναϊκής συμμαχίας. Το 447 π.Χ. η φρουρά των Σπαρτιατών αποχωρεί και αυτό δίνει την ευκαιρία σε φυγάδες ολιγαρχικούς Βοιωτούς μαζί με Λοκρούς και Ευβοείς να εξεγερθούν και να καταλάβουν τον Ορχομενό και τη Χαιρώνεια, παρακινώντας και τις υπόλοιπες πόλεις της Βοιωτίας κατά της Αθήνας. Ο Δήμος των Αθηναίων, παρά την αποτροπή του Περικλή, στέλνει το στρατηγό Τολμίδη να αποκαταστήσει την τάξη. Αυτός καταλαμβάνει τη Χαιρώνεια αλλά δεν μπορεί να κυριεύσει την ακρόπολη του Ορχομενού κι αναγκάζεται να επιστρέψει στην Αθήνα. Ενώ όμως περνούσε τις νότιες άκρες της λίμνης της Κωπαίδας, δέχτηκε στην Κορώνεια επίθεση από τους φυγάδες Ορχομένιους, Λοκρούς και Ευβοείς και έπαθε κυριολεκτικά πανωλεθρία. Σκοτώθηκε τόσο ο Τολμίδης όσο και πολλοί Αθηναίοι, μεταξύ των οποίων και ο πατέρας του Αλκιβιάδη Κλεινίας. Μετά από αυτή την ήττα οι Αθηναίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν ολόκληρη τη Βοιωτία και φυσικά τον Ορχομενό, που από τότε έμεινε ελεύθερος και αυτόνομος.
431 π.Χ.
Αρχίζει ο Πελοποννησιακός πόλεμος και ο Ορχομενός, μαζί με τις άλλες πόλεις της Βοιωτίας, είναι σταθερός σύμμαχος των Σπαρτιατών και παίρνει μέρος σ' όλες τις μάχες κατά των Αθηναίων. Στη μάχη του Δηλίου, το 424 π.Χ., οι Ορχομένιοι κρατούν το αριστερό μέρος της παράταξης μαζί με Ταναγραίους και Θεσπιείς. Εκεί κατατροπώνουν τους Αθηναίους και τους απωθούν μέχρι την Πάνακτο (Δερβενοχώρια).
403-395 π.Χ.
Ο Πελοποννησιακός πόλεμος έληξε με νίκη της Σπάρτης αλλά η εποχή του υπήρξε εποχή φθοράς όλων των αντιπάλων. Ο Ορχομενός βρίσκεται με την πλευρά του νικητή και περιμένει αυτά τα 8 χρόνια, μαζί με την υπόλοιπη Βοιωτία, την αποκατάσταση και τη δικαίωση από τους συμμάχους του Σπαρτιάτες. Μάταια όμως γιατί οι Σπαρτιάτες ξεχνάνε την πίστη των Ορχομενίων.
395-378 π.Χ.
Με αρχηγό τη Θήβα ο Ορχομενός επαναστατεί κατά των Σπαρτιατών και συμμαχεί με τους χθεσινούς εχθρούς τους Αθηναίους. Για το λόγο αυτό καταλαμβάνεται από τον αρχιστράτηγο των Σπαρτιατών Λύσσανδρο. Η συνεχής αντιπαλότητα με τη Θήβα όμως κάνει τους Ορχομένιους να μείνουν πιστοί στους Σπαρτιάτες και να συμπολεμήσουν με αυτούς. Το 395 π.Χ. είναι στο πλευρό του Λύσσανδρου στην πολιορκία της Αλιάρτου κατά των Θηβαίων και τον Αύγουστο του 394 π.Χ. βοηθούν τον Αγησίλαο, στη μάχη της Κορώνειας όπου κατέχουν το αριστερό μέρος μαζί με τους Φωκείς. Μετά την ήττα της Θήβας οι Σπαρτιάτες την υποχρεώνουν, εκτός απ' τ' άλλα, να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία του Ορχομενού. Έτσι από το 395 μέχρι το 378 π.Χ. ο Ορχομενός και οι Θεσπιές είναι οι μόνες πόλεις της Βοιωτίας που έχουν αυτονομία γιατί στήριξαν τους Σπαρτιάτες.
Στην πραγματικότητα βέβαια και ο Ορχομενός είναι υπόδουλος των Σπαρτιατών αφού και σ' αυτόν είχε εγκατασταθεί Σπαρτιατική φρουρά. Για μία ακόμη φορά οι Σπαρτιάτες φέρονται άσχημα στους συμμάχους τους.
376 π.Χ.
Οι Θηβαίοι με αρχηγό τον Πελοπίδα (που από το 379 π.Χ. έχουν διώξει τους Σπαρτιάτες από τη Θήβα), αποφασίζουν να διώξουν τη Σπαρτιατική φρουρά από τον Ορχομενό και να τον υπαγάγουν στη δική τους ηγεμονία. Διστάζουν όμως να επιτεθούν λόγω τόσο της ισχυρής θέσης της ακρόπολης του Ορχομενού, όσο και της φρουράς που υπήρχε. Αποσύρονται λοιπόν στη γειτονική Τεγύρα όπου όμως συναντούν στρατό των Σπαρτιατών, διπλάσιο σε αριθμό από αυτούς, που επιστρέφει στον φιλικό Ορχομενό από μια εκστρατεία στη Λοκρίδα. Η μάχη είναι τρομερή και οι Λακεδαιμόνιοι ηττώνται για πρώτη φορά από λιγότερο ισχυρό αντίπαλο.
371 π.Χ.
Αν και ο Ορχομενός δεν έχει φιλικές διαθέσεις για τη Θήβα, εντούτοις δεν συμμετέχει εναντίον της, στη μάχη των Λεύκτρων στις 6 Ιουλίου του 371 π.Χ. Για τη στάση του αυτή οι Θηβαίοι σκέφτονται να κατατάξουν τον Ορχομενό στους συμμάχους τους. Έτσι ο Ορχομενός γίνεται μέλος της Βοιωτικής Ομοσπονδίας, με αρχηγό βέβαια τη Θήβα, και ανήκει στις Μεγάλες και Ελεύθερες πόλεις αντιπροσωπευόμενος με 2 Βοιωτάρχες και 120 αντιπροσώπους. Έχει επίσης κοινό νόμισμα με τις υπόλοιπες πόλεις της Ομοσπονδίας, που έχει σαν σύμβολο τη "Βοιωτική ασπίδα", δηλαδή ασπίδα στρογγυλή ή και ωοειδή με ημικυκλικές τομές σε κάθε πλευρά.
364 π.Χ.
Εξόριστοι αριστοκράτες Θηβαίοι υποκινούν 300 Ορχομένιους ιππείς να οργανώσουν συνωμοσία στο Κοινό των Βοιωτών. Η συνωμοσία όμως ανακαλύπτεται και οι Θηβαίοι για να γλυτώσουν το κεφάλι τους προδίδουν τους Ορχομένιους. Με αφορμή αυτή τη συνωμοσία οι Θηβαίοι εκστρατεύουν κατά του Ορχομενού. Κυριεύουν και πυρπολούν την πόλη, σφάζουν τους άντρες και εξανδραποδίζουν τα γυναικόπαιδα.
Οι αγριότητες αυτές των Θηβαίων αποδοκιμάζονται από το δημόσιο αίσθημα και την κοινή γνώμη όλων των Ελλήνων αλλά και από τον ίδιο τον Επαμεινώνδα που εκείνη την εποχή τυχαίνει να απουσιάζει ευρισκόμενος στη Θεσσαλία. Ο μεγάλος Θηβαίος στρατηγός τους είχε αποτρέψει και άλλοτε (370 π.Χ.) όταν ο στρατός των Θηβαίων είχε ξεκινήσει κατά του Ορχομενού με τον ίδιο σκοπό. Τώρα όμως που απουσίαζε κυριάρχησε το πάθος κατά του Ορχομενού εξαιτίας του ότι η Θήβα ήταν υποτελής των Ορχομενίων κατά τους ηρωϊκούς χρόνους, σύμφωνα με τον Διόδωρο. Έτσι ο Ορχομενός για μια δεκαετία μένει ερειπωμένος.
354 π.Χ.
Αρχίζει ο ιερός πόλεμος μεταξύ Φωκέων και Θηβαίων και ο Ορχομενός αποχωρεί από τη Βοιωτική Ομοσπονδία. Οι Φωκείς με τη βοήθεια των Αθηναίων ξαναχτίζουν τον Ορχομενό. Την ίδια χρονιά, κάτω από την ακρόπολη του Ορχομενού, στον Κηφισσό ποταμό γίνεται μεγάλη μάχη μεταξύ των Φωκέων (με στρατηγό τον Φιλόμηλο) και των Θηβαίων (με στρατηγό τον Παμμένο) που καταλήγει με νίκη των Θηβαίων ενώ ο Φιλόμηλος αυτοκτονεί πέφτοντας από βράχο του Υφάντειου λόφου.
Μακεδόνες
346 π.Χ.
Από το 355 π.Χ. έχει αρχίσει η κάθοδος των Μακεδόνων. Ο Ορχομενός από την αρχή είναι σύμμαχός τους. Αρχικά και η Θήβα είναι σύμμαχος των Μακεδόνων και έτσι ο Φίλιππος παραχωρεί τον Ορχομενό σ' αυτούς μετά την νίκη του επί των Φωκέων. Το 346 π.Χ. στο τέλος του δεύτερου ιερού πολέμου, οι Θηβαίοι καταστρέφουν για δεύτερη φορά τον Ορχομενό.
338-335 π.Χ.
Μετά τη μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ. ο Φίλιππος, επειδή οι Θηβαίοι του αντιπαρατάχτηκαν αν και αρχικά ήταν σύμμαχοι, καταστρέφει τη Θήβα. Το 335 π.Χ. ο γιος του Αλέξανδρος αφού ανασκάπτει κυριολεκτικά τη Θήβα, ξαναχτίζει τον Ορχομενό και τον πύργο στην κορυφή του Ακοντίου, διατάζει να αποφράξουν το αποχετευτικό σύστημα που είχαν φράξει οι Θηβαίοι, επεκτείνει την οχύρωση της πόλης (τμήματα του Μακεδονικού τείχους σώζονται και σήμερα) και της παραχωρεί προνόμια. Ο Ορχομενός γνωρίζει νέα περίοδο ακμής, αντικαθιστά τη Θήβα στην κυριαρχία όλης της Βοιωτίας και γίνεται κέντρο της Βοιωτικής Ομοσπονδίας.
323 π.Χ.
Καταλαμβάνεται όπως και όλη η Βοιωτία από τον Αντίπατρο.
319 π.Χ.
Τον Αντίπατρο τον διαδέχεται ο Κάσσανδρος.
317 π.Χ.
Ξαναχτίζεται από τον Κάσσανδρο. Όλα αυτά τα χρόνια ο Ορχομενός εξακολουθεί να είναι μεγάλη και πλούσια πόλη αλλά δεν μπορεί να αποκτήσει την παλιά του δόξα.
293-290 π.Χ.
Καταλαμβάνεται από τον Δημήτριο τον Πολιορκητή, γιο του Αντιγόνου που ήταν διάδοχος του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
280 π.Χ.
Οι Ορχομένιοι μαζί με τους Έλληνες της Αττικής, Βοιωτίας, Μεγαρίδας, Αιτωλίας, Φωκίδας και Λοκρίδας κατατροπώνουν τους επιδρομείς Γαλάτες στους Δελφούς και αναγκάζουν τον αρχηγό τους Βρέννο να αυτοκτονήσει. Η Βοιωτία συμμετέχει με 10.000 πεζούς και 500 ιππείς. Ανάμεσά τους ήταν και ο βοιωτάρχης Ορχομένιος Κηφισσόδωρος. Την εποχή αυτή ιδρύονται οι δύο συμπολιτείες, η Αχαϊκή και η Αιτωλική με σκοπό την προάσπιση των Ελλήνων από τους επιδρομείς.
230 π.Χ.
Οι Αιτωλοί αρχίζουν να βιαιοπραγούν σε βάρος των Βοιωτών με αποτέλεσμα αυτοί να συμμαχήσουν και πάλι με τους Μακεδόνες και φυσικά στη συμμαχία αυτή συμμετέχει και ο Ορχομενός. Κατά τον Πολύβιο, αυτά τα χρόνια στον Ορχομενό είχαν δημιουργηθεί τάξεις αρχόντων. Επίσης υπήρχαν πολέμαρχοι, ίππαρχοι, σύνεδροι, εθνοφύλακες, αγώναρχοι, παιδονόμοι κ.λ.π. Όλα αυτά βέβαια δείχνουν ότι ο Ορχομενός εξακολουθεί να είναι πλούσια πόλη με υψηλό επίπεδο πολιτισμού.
Ο Ορχομενός την εποχή που κατεβαίνουν οι Ρωμαίοι
Στα 177 π.Χ. κατεβαίνουν στην Ελλάδα οι Ρωμαίοι. Αφού υποτάσσουν τους Μακεδόνες, το 171 π.Χ. διαλύουν την Αχαϊκή συμπολιτεία, όπου ανήκει και ο Ορχομενός, και το 145 π.Χ. επέρχεται η τέλεια Ρωμαϊκή κατάκτηση.
Ο Ορχομενός αφού ξαναχτίστηκε από τον Μεγάλο Αλέξανδρο και αποφράχτηκε το αποχετευτικό δίκτυο της Κωπαΐδας, βρίσκεται και πάλι σε ακμή με την εκ νέου ανάπτυξη της γεωργίας, κτηνοτροφίας και αλιείας.
Σε αυτή την οικονομική άνθιση βρίσκουν τον Ορχομενό οι Ρωμαίοι που θαυμάζουν τους Ορχομένιους τεχνίτες και τους αφήνουν να συνεχίσουν ελεύθερα το έργο τους, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τα αγάλματα των Ρωμαίων που βρέθηκαν στον Ορχομενό.
Οι μάχες του Σύλλα στον Ορχομενό
Το 87 π.Χ. ανακηρύσσεται αρχιστράτηγος των Ρωμαίων ο Σύλλας. Ο βασιλιάς του Πόντου Μιθριδάτης, φανατικός εχθρός της Ρώμης, στέλνει εναντίον του Σύλλα τον στρατηγό του Αρχέλαο. Οι δυο στρατοί συγκρούονται κάτω από τα τείχη του Ορχομενού στον ποταμό Κηφισσό, στη θέση που σήμερα ονομάζεται Νταμάρια. Η μάχη καταλήγει με ήττα του Αρχέλαου και επακολουθεί σκληρή τιμωρία του Ορχομενού. Ο Σύλλας τον απογυμνώνει από κάθε πολύτιμο αντικείμενο. Μεταξύ των άλλων κλέβει και το "θέας μάλιστα άξιον" άγαλμα του Διόνυσου που είχε κατασκευάσει ο μεγάλος Βοιωτός αγαλματοποιός Μύρωνας κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα.
Τον επόμενο χρόνο, το 86 π.Χ., ο Αρχέλαος δίνει και δεύτερη μάχη κατά του Σύλλα και πάλι στον Ορχομενό αλλά οι Ρωμαίοι είναι οι νικητές και πάλι. Αυτή η δεύτερη μάχη όμως ήταν ιδιαίτερα φονική και σκοτώθηκαν πολλοί κι από τις δύο παρατάξεις. Ο Πλούταρχος, 200 χρόνια αργότερα, γράφει ότι και τότε ακόμα έβρισκαν χωμένα στα βαλτονέρια της Κωπαΐδας τόξα, κράνη, μαχαίρια και άλλα συντρίμματα όπλων από τη φοβερή μάχη.
Η παρακμή
Ο Ορχομενός όπως και όλη η Βοιωτία είχε την ατυχία να λεηλατηθεί όχι μόνο από το Σύλλα, αλλά και από τους αντιπάλους του. Από τότε ζει μεν ειρηνικά αλλά λόγω των αλλεπάλληλων καταστροφών από τους Θηβαίους, τους Μακεδόνες και τους Ρωμαίους καταντάει ένα ασήμαντο χωριό. Παράλληλα εξαιτίας της βαριάς φορολογίας που επέβαλλαν οι Ρωμαίοι, οι κάτοικοί του πέφτουν σε οικονομική εξαθλίωση.