Μυθολογία

Η περιοχή του Ορχομενού κατοικήθηκε, χωρίς χρονικά κενά, από τη νεολιθική εποχή. Έτσι πολλοί και πανάρχαιοι είναι οι μύθοι σ' αυτόν τον τόπο. Ένας από τους πιο γνωστούς μύθους της Ελλάδας, αυτός της Αργοναυτικής εκστρατείας, αρχίζει από τους Μινύες του Ορχομενού.

Δύσκολο όμως να ξεδιαλύνει κανείς που σταματά ο μύθος και που αρχίζει η ιστορία. Η Αργοναυτική εκστρατεία αποδείχτηκε ότι δεν ήταν άλλο παρά η δραματοποιημένη ανάμνηση της εξερεύνησης της Μαύρης Θάλασσας από τους Μινύες του Ορχομενού.

Από τον Μινύειο Ορχομενό λοιπόν ξεκίνησε η Ελληνική φυλή για να ξαπλωθεί στα Μικρασιατικά παράλια, όπου με σπέρματα του Ορχομένιου πολιτισμού καλλιεργήθηκε ο Μικρασιατικός, που κι αυτός με τη σειρά του έδωσε τα στοιχεία για τον μεγάλο κλασσικό Ελληνικό πολιτισμό.

Ο μύθος συνέχεια του Φρίξου και της Έλλης - Μυθιστορηματική αφήγηση των ναυτικών επιχειρήσεων των Μινυών

Η Αθηνά βοηθάει τον Τίφυ να υψώσει το κατάρτι της Αργούς, ενώ ο Άργος σφυρηλατεί, 9ος αι.
(villa Albani της Ρώμης).

Για να πάρουν πίσω το δέρμα από το χρυσόμαλλο κριάρι που ο Ορχομένιος Φρίξος είχε δωρήσει στον βασιλιά της Κολχίδας Αιήτη, οι Μινύες του Ορχομενού διοργάνωσαν εκστρατεία, στην οποία πήραν μέρος 50 ήρωες από όλη την Ελλάδα. Κύριοι όμως διοργανωτές της εκστρατείας και κύριοι συνεργάτες του αρχηγού τους Ιάσονα, που κι αυτός ήταν συγγενής των Μινυών του Ορχομενού, ήταν Βοιωτοί και μάλιστα Ορχομένιοι.

Πρώτος ο βασιλιάς του Ορχομενού Εργίνος, πηδαλιούχος της Αργούς, δεύτερος ο γιος του Φρίξου Άργος , που ναυπήγησε, με συμβουλή της Αθηνάς, το πλοίο που μετέφερε τους 50 ήρωες, την "πεντηκόντορον" Αργώ, τρίτος ο Βοιωτός ήρωας Τίφυς και στη συνέχεια οι Ορχομένιοι και Βοιωτοί: ο Ασκάλαφος, ο Ιάλμενος, ο Πηνέλεως, ο Λήϊτος, ο Ίφιτος, ο Ηρακλής, ο Ύλας...

Το ότι οι 50 ήρωες ήταν από όλη την Ελλάδα μας δείχνει τη φυλετική ενότητα των Ελλήνων, αλλά φανερά πρωτοστάτησαν στην εκστρατεία οι Βοιωτοί και μάλιστα οι Μινύες του Ορχομενού.

Ακόμα κι ο αρχηγός της εκστρατείας Ιάσονας καταγόταν από τους Μινύες του Ορχομενού. Σύμφωνα με τη μυθολογία οι βασιλιάδες των νοτιοανατολικών πόλεων της Θεσσαλίας τα αδέλφια Φέρης, Αίσων και Πελίας είχαν παντρευτεί τις κόρες του Μινύα Περικλυμένη, Αλκιμήδη και Φυγομάχη και απόγονος αυτών των βασιλικών κλάδων ήταν ο Ιάσονας. Αλλά και ιστορικοί συγγραφείς (Ηρόδοτος, Απολλώνιος και Στράβων) μαρτυρούν τον σημαντικό ρόλο που έπαιξαν στην Αργοναυτική εκστρατεία οι Μινύες του Ορχομενού.

Τι σημαίνει λοιπόν αυτή η σύνδεση της Αργοναυτικής εκστρατείας με τους Μινύες του Ορχομενού; Πολλοί νεώτεροι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι τόσο στο μύθο του Φρίξου και της Έλλης, όσο και στο μύθο της Αργοναυτικής εκστρατείας, η ποιητική φαντασία των Ελλήνων συμπύκνωσε τις υπερπόντιες ναυτικές επιχειρήσεις που διοργάνωσαν οι θαλασοπόροι Μινύες του Ορχομενού στον καιρό της ακμής τους, για τη σύναψη εμπορικών σχέσεων με τις παράλιες χώρες του Αιγαίου και για την ίδρυση αποικιών στον Ελλήσποντο και πέρα απ' αυτόν στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας κι ως τη μαγική Κολχίδα.

Θεότητες της φύσης που η λατρεία τους ξεκίνησε στον Ορχομενό
Στην Ακιδαλία πηγή του Ορχομενού, την αφιερωμένη στην Αφροδίτη, γεννήθηκαν οι τρεις παρθένες αδερφές, κόρες του Δία και της Ωκεανίδας Ευρυνόμης, σύμφωνα με την εκδοχή του Ησίοδου που είναι και η επικρατέστερη.
  • Η Αγλαΐα (η λάμπουσα),
  • η Ευφροσύνη (η χαρά της ψυχής) και
  • η Θάλεια (η ανθίζουσα τα φυτά).
Οι Τρεις Χάριτες από τον πίνακα "Ο θρίαμβος της Άνοιξης" του Σάντρο Μποτιτσέλι.

Σε άλλους συγγραφείς σαν μητέρα των Χαρίτων αναφέρεται η Ήρα, ή η Ευνομία, ή η Αρμονία, ή η Λήθη. Ορισμένοι μάλιστα δίνουν στις Χάριτες αρχαιότερη καταγωγή, λέγοντας πως είναι κόρες του Ουρανού. Άλλοι πάλι γράφουν ότι πατέρας των Χαρίτων ήταν ο Διόνυσος, που τις απόκτησε από την ένωσή του με την Αφροδίτη ή με την Κορωνίδα, ενώ σύμφωνα με μια άλλη παράδοση οι Χάριτες ήταν κόρες του Ήλιου και της Αίγλης "που με τις ακτίνες τους εξωράιζαν τη φύση, χαροποιούσαν τα έμψυχα και γέμιζαν τη γη και τους ανθρώπους με δώρα και αγαθά".

Από τις πιο εξιδανικευμένες και θελκτικότερες θεότητες που δημιούργησε το ελληνικό πνεύμα, δεν αποτελούν το θέμα κανενός μύθου που να είναι έστω και λίγο άσεμνος. Οι Χάριτες υπήρξαν από την αρχή θεότητες της φύσης, του φυτικού κόσμου, πηγή κάθε χαράς και κάθε τέρψης όχι μόνο στον άνθρωπο αλλά και στους θεούς. Τα κύρια σύμβολά τους είναι τα λουλούδια και οι καρποί. Η ποίηση, η ρητορική, η μουσική, ο χορός χρωστάνε τη χάρη τους στις Χάριτες που αναφέρονται συχνά μαζί με τις Μούσες με τις οποίες λάβαιναν μέρος σ' όλες τις γιορτές του Ολύμπου.

Οι Χάριτες σχετίζονται με τον Απόλλωνα, τον Διόνυσο, που σύμφωνα με ορισμένους συγγραφείς ήταν πατέρας τους, τις βρίσκουμε δίπλα στην Ήρα, στην Αθηνά, στην Δήμητρα, αλλά κατά τον Παυσανία:

Οι Χάριτες ανήκουν στην Αφροδίτη περισσότερο από κάθε άλλη θεότητα.
Όπως μας πληροφορεί ο Όμηρος στην Ιλιάδα, στην Ακιδαλία πηγή του Ορχομενού οι Χάριτες έλουζαν τη θεά, την αρωμάτιζαν και την έντυναν με τον "αμβρόσιο πέπλο" που τον ύφαιναν οι ίδιες.

Οι Χάριτες λατρεύτηκαν σε όλη την Ελλάδα και σε όλο τον γνωστό αρχαίο κόσμο, αλλά, σύμφωνα με την παράδοση, η λατρεία τους ξεκίνησε από τον Μινύειο Ορχομενό. Εδώ υπήρχε και το αρχαιότερο ιερό τους. Είχε κτιστεί σε πολύ παλιά εποχή από το βασιλιά του Ορχομενού Ετεοκλή, γιο του Κηφισού ή του Ανδρέως. Τρεις πέτρες που πέσανε από τον ουρανό λατρεύτηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα σαν προσωποποιήσεις των Χαρίτων και μόνο στα χρόνια του Παυσανία αφιερώσανε στις θεές πραγματικά αγάλματα. Το ιερό τους βρισκότανε στα περίχωρα του αρχαίου Ορχομενού, κοντά σ' ένα ναό του Διόνυσου (λίγο πιο πάνω από το θολωτό τάφο του Μινύα) και στην Ακιδαλία πηγή. Οι καλλιεργητές της περιοχής φέρνανε στο ναό "δίκην" δεκάτης, ένα μέρος από τη σοδειά τους.

Για να τιμήσουν τις Χάριτες οι Ορχομένιοι γιόρταζαν τα Χαριτήσια, τριήμερους αγώνες ποιητικούς και μουσικούς, στο ωδείο που σώζεται μέχρι σήμερα. Από επιγραφές που βρέθηκαν σε ανασκαφές, που αναφέρουν τους "ΝΕΝΙΚΟΤΕΣ ΕΝ ΤΟΙΣ ΧΑΡΙΤΗΣΙΟΙΣ" με τα ονόματα, τα επαγγέλματα και τις πατρίδες τους, μαθαίνουμε ότι στους αγώνες των Χαριτησίων λάβαιναν μέρος κιθαριστές, αυλητές, κήρυκες, σαλπιστές, ποιητές, κωμωδοί, ραψωδοί, τραγωδοί και καλλιτέχνες γενικά από όλα τα μέρη της Ελλάδας ακόμα και της Μικράς Ασίας και της Ιταλίας. Τη νύχτα οι πιστοί χορεύανε κι μετά τους χορούς μοιράζανε γλυκίσματα φτιαγμένα με αλεύρι και μέλι. Ορισμένοι συγγραφείς ισχυρίζονται πως τα Χαριτήσια ήταν πραγματικά Μυστήρια. Σίγουρα πάντως στον Μινύειο Ορχομενό, οι Χάριτες λατρεύτηκαν σαν θεότητες της φύσης.

Ο μύθος που μεταφέρει δραματοποιημένα τις υπερπόντιες ναυτικές επιχειρήσεις των Μινυών του Ορχομενού

Ο Φρίξος και η Έλλη στο χρυσόμαλλο κριάρι και η μητέρα τους Νεφέλη.

Ο Αθάμας, γιός του Αίολου και της Εναρέτης, βασιλιάς των Μινυών του Ορχομενού, είχε ερωτευτεί παράφορα την Ινώ κόρη του βασιλιά της Θήβας Κάδμου. Η Ήρα όμως του επέβαλε να παντρευτεί τη θεά Νεφέλη που μαζί της απόκτησε τον Φρίξο και την Έλλη. Ύστερα από μερικά χρόνια εγκατέλειψε αυτή την πρώτη του γυναίκα και παντρεύτηκε την Ινώ με την οποία απόκτησε άλλα δυο παιδιά, τον Λέαρχο και τον Μελικέρτη.

Η Ινώ μίσησε τα παιδιά της Νεφέλης και προπαντός τον Φρίξο, που διέβλεπε ότι θα διεκδικούσε τη διαδοχή του Αθάμαντα, και για να τον εξοντώσει κατέστρωσε σατανικό σχέδιο. Έπεισε τις γυναίκες του Ορχομενού να φρυγανίζουν κρυφά από τους άντρες τους το σιτάρι, που προοριζόταν για σπορά κι έτσι δεν φύτρωνε ούτε σπυρί εκείνα τα χρόνια. Όπως ήταν φυσικό δημιουργήθηκε τρομερός λιμός και δυστυχία στη χώρα του Ορχομενου και ο Αθάμαντας έστειλε να ζητήσει συμβουλή απ' το μαντείο των Δελφών. Όταν οι αντιπρόσωποί του γύρισαν, η Ινώ τους ανάγκασε ν' αλλάξουν την απάντηση του μαντείου και να πουν στον Αθάμα ότι η μάστιγα θα έπαυε με έναν όρο: Να θυσιαστεί ο Φρίξος στον Δία.

Ο βασιλιάς πίστεψε τον ψεύτικο χρησμό κι αναγκασμένος από τους υπηκόους του, που δεινοπαθούσαν, δέχτηκε να θυσιάσει το γιο του. Τη στιγμή όμως που ο Φρίξος πλησίαζε στο βωμό στο βουνό Λαφύστιο, τον άρπαξε με μυστηριώδη τρόπο μαζί με την αδελφή του, η μάνα του η Νεφέλη. Η Νεφέλη είχε ένα κριάρι προικισμένο με λόγο, με τρίχωμα χρυσό που μπορούσε να πετάει, που της είχε δωρίσει ο Ερμής. Επάνω σ' αυτό το κριάρι βάζει τα δυο παιδιά της για να γλυτώσουν από τα θανάσιμα σχέδια της μητριάς τους. Στη μέση του ταξιδιού όμως η Έλλη ζαλίζεται, γλιστράει και πέφτει στη θάλασσα, στο στενό που έχει τ' όνομά της (Ελλήσποντος).

Ο Φρίξος μη μπορώντας να κάνει τίποτε συνεχίζει το δρόμο του και φτάνει στην πόλη Αία (Κολχίδα), όπου βασιλεύει ο Αιήτης γιος του Ήλιου και της Περσηίδας, αδερφός της Κίρκης και της Πασιφάης. Εκεί ο Φρίξος θυσιάζει το κριάρι στο Δία το φύξιο (προστάτη των φυγάδων) και δωρίζει το "χρυσόμαλλο δέρας" του στο βασιλιά Αιήτη. Αυτός επειδή ένας χρησμός του είπε ότι θα πεθάνει, αν ξένοι φτάσουν στη χώρα του και πάρουν το χρυσόμαλλο τρίχωμα, το κρεμάει σε μια βελανιδιά, μέσα στο ιερό άλσος το αφιερωμένο στον Άρη, όπου το φυλάνε "πυρίπνοοι" ταύροι κι ένας ακοίμητος δράκοντας. Από εδώ θα πάρει ο Ιάσονας το χρυσό τρίχωμα, σύμφωνα με το μύθο της Αργοναυτικής εκστρατείας. Ο Φρίξος στη συνέχεια παντρεύεται τη Χαλκιόπη κόρη του βασιλιά Αιήτη.

Πίσω στον Ορχομενό η Ήρα οργισμένη με τον Αθάμαντα, για την αδιαφορία και περιφρόνηση που έδειξε αυτός στην προστατευόμενή της Νεφέλη, τον τρελαίνει. Ο τρελός Αθάμας τοξεύει και σκοτώνει το γιο του Λέαρχο, παίρνοντάς τον για ελάφι. Τρομαγμένη η Ινώ αρπάζει τον άλλο γιο τους Μελικέρτη και φεύγει για να τον σώσει, αλλά στη φυγή της παθαίνει τόσα βάσανα που έμειναν παροιμιώδη ως "Ινούς άγχη". Τελικά πέφτει κι αυτή μαζί με τον γιο της από τις Σκυρωνίδες πέτρες στη θάλασσα του Ισθμού και πνίγεται. Η Ινώ από τότε με το όνομα Λευκοθέα έγινε η προστάτιδα των θαλασσοδαρμένων ναυτικών, ενώ ο γιος της Μελικέρτης που έτυχε να πέσει στη ράχη ενός δελφινιού και έτσι σώθηκε, λατρεύτηκε σαν θαλάσσιος θεός με το όνομα Παλαίμων. Στη μνήμη τους καθιερώθηκαν από τότε τα Ίσθμια που γιορτάζονταν κάθε τριετία στον Ισθμό της Κορίνθου.

Ο Διόνυσος μεγαλώνει στον Ορχομενό. Αγριώνια, η Διονυσιακή γιορτή των Ορχομενίων
Ο Διόνυσος

Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή ο Διόνυσος ήταν καρπός της παράνομης σχέσης του Δία και της Σεμέλης, κόρης του βασιλιά της Θήβας Κάδμου. Η Ήρα όμως πληροφορήθηκε την απιστία του συζύγου της και καταστρώνει σατανικό σχέδιο για να εκδικηθεί. Παρουσιάζεται στη Σεμέλη με τη μορφή της παραμάνας της και την πείθει να ζητήσει από τον Δία να παρουσιαστεί μπροστά της σε όλο του το μεγαλείο. Ο Δίας πραγματοποιεί την επιθυμία της ερωμένης του, η οποία όμως δεν αντέχει τη θεϊκή εμφάνιση και πεθαίνει αφού γέννησε πριν την ώρα της ένα παιδί. Ο Δίας ράβει το νεογέννητο στο μηρό του, από όπου γεννιέται όταν συμπληρωθούν οι εννιά μήνες, ο Διόνυσος. Για να αποφύγει την εκδίκηση της Ήρας, ο Δίας αναθέτει στον Ερμή να κρύψει το παιδί. Ο Ερμής φέρνει τον νεογέννητο Διόνυσο στον Ορχομενό, στην αδερφή της μητέρας του, Ινώ και στο σύζυγό της βασιλιά του Ορχομενού Αθάμαντα, με τη σύσταση να τον αναθρέψουν σαν να ήταν κορίτσι. Ο Διόνυσος λοιπόν μεγαλώνει με τους Μινύες του Ορχομενού και περνάει την παιδική του ηλικία στον Υφάντειο λόφο και στον εύφορο κάμπο του "αλογοτρόφου" Ορχομενού.

Η Ήρα ανακαλύπτει τη βοήθεια της Ινούς και του Αθάμαντα, εξοργίζεται και εκδικείται πολύ σκληρά. Ο Αθάμας χάνει τα λογικά του και σκοτώνει το γιό του Λέαρχο παίρνοντάς τον για ελάφι. Τρομαγμένη η Ινώ αρπάζει τον άλλο γιο τους Μελικέρτη και φεύγει για να τον σώσει, αλλά στη φυγή της παθαίνει τόσα βάσανα που έμειναν παροιμιώδη ως "Ινούς άγχη". Τελικά πέφτει κι αυτή μαζί με τον γιο της από τις Σκιρωνίδες πέτρες στη θάλασσα του Ισθμού και πνίγεται. Η Ινώ από τότε με το όνομα Λευκοθέα έγινε η προστάτιδα των θαλασσοδαρμένων ναυτικών, ενώ ο γιος της Μελικέρτης που έτυχε να πέσει στη ράχη ενός δελφινιού και έτσι σώθηκε, λατρεύτηκε σαν θαλάσσιος θεός με το όνομα Παλαίμων. Για μνημόσυνο τους καθιερώθηκαν από τότε τα Ίσθμια που γιορτάζονταν κάθε τριετία στον Ισθμό της Κορίνθου.

Φυσικό ήταν λοιπόν να τιμούν με πάθος και έξαρση και με μεγαλύτερη λαμπρότητα τον Διόνυσο οι Ορχομένιοι. Με ξεφαντώματα, φανταχτερές ιεροτελεστίες κι ενθουσιαστικές εορταστικές εκδηλώσεις μεγαλύτερες ίσως απ' όλους τους Έλληνες, γιατί μπορεί ο θεός να γεννήθηκε στη Θήβα, αλλά το γάλα της Ινώς θήλασε και στο παλάτι του Ορχομενού μεγάλωσε. Κατά τον Παυσανία οι Ορχομένιοι είχαν χτίσει ωραίο ναό αφιερωμένο στον Διόνυσο και στις τρεις Χάριτες. Ονόμαζαν το Διόνυσο στον Ορχομενό Αγριώνιο (σκληρό, άγριο), και τον γιόρταζαν το Σεπτέμβρη - Οκτώβρη με τα Αγριώνια.

Στα Αγριώνια κατά τα προϊστορικά χρόνια θυσίαζαν ένα νεανία ή ζώα, γι' αυτό και τον έλεγαν Αγριώνιο (αιμοχαρή). Αργότερα όμως, στα ιστορικά χρόνια, η θυσία ήταν προσποιητή και η ιεροτελεστία απλώς θύμιζε το διαμελισμό του θεού από τους Τιτάνες, για τον οποίο μιλούσε μια άλλη παράδοση σχετικά με τη γέννηση του Διόνυσου. Στα Αγριώνια οι Ορχομένιες γυναίκες έφευγαν από τα σπίτια τους τέσσερις νύχτες στη σειρά και θυσίαζαν. Παρίσταναν μ' ένα κάποιο δράμα τα κυριότερα επεισόδια της ζωής του θεού κι ύστερα κισσοστεφανωμένες, με ξέπλεκα μαλλιά και με μοναδικά φορέματα προβιές τράγου και παρδαλά ελαφοτόμαρα, μαινόμενες και οργιάζουσες, τραγουδώντας φαλλικά τραγούδια, χορεύοντας τον άσεμνο χορό κόρδακα και βωμολοχώντας, έτρεχαν ξέφρενες στις όχθες του Κηφισσού, στις πηγές του Μέλανα, στις καλαμιές της Κωπαΐδας και στα γύρω βουνά για να βρουν το θεό που χάρισε στους ανθρώπους το κρασί. Χτυπούσαν με τους θύρσους τα βράχια για να αναβλύσουν χείμαρροι κρασιού κι έσμιγαν, σαν να 'καναν άγια πράξη, όπως έκαναν οι Μαινάδες. Την τέταρτη νύχτα επέστρεφαν ξεθεωμένες από την κούραση, λέγοντας πως δεν βρήκαν το θεό γιατί είχε καταφύγει στις Μούσες στον Ελικώνα, και κάθονταν τελικά όλες μαζί να δειπνήσουν. Το τετραήμερο αυτό ξεφάντωμα πίστευαν ότι τις μετουσίωνε, τις έριχνε σε μια τρομερή έκσταση, εξάγνιζε την ψυχή, άγιαζε τη ζωή και χάριζε την ευδαιμονία, την τελειότητα και τη μακαριότητα.

Από τα Αγριώνια αποκλείονταν οι Μινυάδες (οι γυναίκες απόγονοι του βασιλιά Μινύα), γιατί οι τρεις κόρες αυτού του βασιλιά, Αρσίππη, Λευκίππη και Αλκαθόη όχι μόνο δεν έπαιρναν μέρος στις Διονυσιακές γιορτές και έμεναν πιστές στους άντρες τους, αλλά περιφρονούσαν και τις άλλες Ορχομένιες που γίνονταν μαινάδες του Διόνυσου. Ο θεός για να τις αναγκάσει να λάβουν μέρος στη γιορτή του, μετέτρεψε τους αργαλειούς, που δούλευαν, σε κλήματα αμπελιού,στα κάνιστρά τους φώλιασε δράκοντας και έκανε τη στέγη του ανακτόρου τους πιθάρι, απ' όπου έσταζε γάλα και κρασί. Κατά μια άλλη εκδοχή προσπάθησε να τις μεταπείσει αρχικά με το καλό, μεταμορφωμένος σε κοπελίτσα και στη συνέχεια με τη βία παίρνοντας διαδοχικά τη μορφή ταύρου, λιονταριού και πάνθηρα. Εκείνες όμως έμειναν ακλόνητες στην άρνησή τους. Τότε ο θεός εξοργίστηκε και τις έκανε να παραφρονήσουν. Κατασπάραξαν τον γιο της Λευκίππης Ίππασο κι ύστερα ανέβηκαν στα βουνά γύρω από τον Ορχομενό κι έτρεχαν άσκοπα. Ο Ερμής όμως δεν άντεξε να τις βλέπει να βασανίζονται και τις μεταμορφώνει σε νυκτόβια πουλιά, σε νυχτερίδα τη μια, σε κουκουβάγια την άλλη και την τρίτη σε αιγοθήλη. Για την παραπάνω ιστορία, στα Αγριώνια οι μαινόμενες Ορχομένιες και οι ιερείς του Διονύσου κυνηγούσαν τις Μινυάδες (τις γυναίκες απογόνους του Μινύα), μ' ένα γυμνό σπαθί στο χέρι και οι ιερείς είχαν και το δικαίωμα να τις θανατώσουν, χωρίς όμως και να το εκτελούν ποτέ. Στους άντρες των Μινυάδων και στους αρσενικούς συγγενείς τους δεν επιτρεπόταν να τις υπερασπιστούν.

Το έθιμο αυτό διατηρήθηκε ως τον καιρό του Πλούταρχου ο οποίος αναφέρει ότι ένας ιερέας, ο Ζωίλος, καταδιώκοντας έφτασε μια νεαρή Μινυάδα την οποία και σκότωσε. Αποτέλεσμα του φόνου ήταν να επακολουθήσουν συμφορές στον τόπο. Οι Ρωμαίοι απαγόρεψαν εντελώς τη γιορτή και τιμώρησαν με βαρύ πρόστιμο τους Ορχομένιους, μολονότι και αυτοί τελούσαν παρόμοιες γιορτές.

Τα Αγριώνια του Ορχομενού συνδέονταν, με τη Διονυσιακή προσωποποίηση της βλάστησης, που νεκρώνεται το χειμώνα και ξαναγεννιέται την άνοιξη κι ήταν γιορτή συνυφασμένη και με τους γύρω από την ποίηση και την τέχνη αγώνες, που είχαν καθιερωθεί στον Ορχομενό για τις Μούσες και τις Χάριτες.

Η γέννηση του Απόλλωνα στην Τεγύρα του Μινύειου Ορχομενού
Ο Απόλλωνας από το δυτικό αέτωμα του ναού του Διός της Ολυμπίας, 470-460 π.Χ. (Μουσείο Ολυμπίας).

Δύο χιλιόμετρα από τη σημερινή πόλη του Ορχομενού, κι ανάμεσα στα χωριά Διόνυσο και Πύργο, ξεπροβάλλει ένας χαμόλοφος. Ο λόφος της Τεγύρας (ή Πολύγυρα ή Πολυγύρα όπως ονομάζεται σήμερα). Ένα χαμηλό ριζοβούνι στα πόδια του βουνού Χλωμός, που προχωρούσε σαν μικρή χερσόνησος άλλοτε στη λίμνη της Κωπαΐδας και που στην αρχαιότητα το ονόμαζαν και Δήλο. Εδώ κατά μία εκδοχή γεννήθηκε ο Απόλλωνας.

Αφού η Λητώ έμεινε έγκυος από τον Δία, γύριζε από τόπο σε τόπο για να γεννήσει, μα καμιά χώρα δεν τη δεχόταν φοβούμενη την οργή της ζηλότυπης γυναίκας του Δία Ήρας. Πέρασε λοιπόν από πολλά μέρη και κατέληξε στο βουνό Πτώο, ανατολικά της Κωπαΐδας. Εκεί τρόμαξε από ένα αγριογούρουνο που πετάχτηκε στο δρόμο της, κι αναγκάστηκε να απομακρυνθεί. Πέρασε τότε τη βόρεια ακρολιμνιά της Κωπαΐδας και στάθμευσε στην Τεγύρα. Εδώ ανάμεσα σε δύο πηγές, την Ελαία και τον Φοίνικα, σ' αυτόν τον απόμερο τόπο, είδε για πρώτη φορά το φως ο θεός της αρμονίας, της γαλήνης και της πνευματικής διαύγειας. Γι' αυτό κατά τον Πλούταρχο ονομάζεται και Τεγυραίος Απόλλωνας.

Στο λόφο της Τεγύρας είχε ανεγερθεί ναός προς τιμήν του Απόλλωνα και λειτουργούσε αξιόλογο μαντείο μέχρι και τα χρόνια των Μηδικών πολέμων και του Πελοποννησιακού και μόνο ύστερα απ' αυτούς έμεινε άφωνο. Όπως γράφει ο Πλούταρχος, γύρω στο 100 μ.Χ., ενώ το μαντείο των Δελφών πανικοβλήθηκε στους Περσικούς πολέμους και συμβούλεψε αρχικά τους Αθηναίους να εγκαταλείψουν τα πάντα και να φύγουν, αντίθετα το Τεγυραίο μαντείο του Απόλλωνα έδωσε χρησμό υπέρ των Ελλήνων. Και κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, πάντα κατά τον Πλούταρχο, το Τεγυραίο μαντείο αποδείχτηκε ανώτερο του Δελφικού.

Σήμερα μόνο μερικοί ογκόλιθοι δείχνουν τα θεμέλια των πανάρχαιων κτισμάτων.

Τέκνο του Ορχομενού ο θεός της Ιατρικής Ασκληπιός
Ο Ασκληπιός (Μουσείο Επιδαύρου).

Μετά το θάνατο του Ετεοκλή βασιλιάς των Μινυών του Ορχομενού έγινε ο Φλεγύας που είχε δυο παιδιά. Τον Ιξίωνα και την Κορωνίδα. Την Κορωνίδα την αγάπησε και την απήγαγε χωρίς τη θέλησή της, από τα πατρικά της ανάκτορα του Ορχομενού, ο Απόλλωνας, όπως μας εξιστορεί ο Απολλόδωρος. Ο Φλεγύας θύμωσε πολύ για την προσβολή, κι επειδή δεν μπορούσε διαφορετικά να αντιμετωπίσει τον απαγωγέα, εκστράτευσε κατά των Δελφών, όπου λεηλάτησε και έκαψε το ιερό του θεού. Ο Απόλλωνας τότε, όπως μας πληροφορεί ο Παυσανίας, εξόντωσε τους οπαδούς του Φλεγύα και τον ίδιο τον οποίο μάλιστα καταδίκασε σε αιώνιο μαρτύριο, να ζει στα Τάρταρα με τη φρικτή αγωνία να έχει το κεφάλι του διαρκώς κάτω από ένα ετοιμόρροπο βράχο και να κινδυνεύει από στιγμή σε στιγμή να συντριβεί.

Η Κορωνίδα έχοντας μείνει έγκυος από τον Απόλλωνα και πριν ακόμα γεννήσει παντρεύεται τον Ίσχυ, γιο του Έλατου, έναν βοσκό της Αρκαδίας. Η συμπεριφορά της αυτή εξόργισε τον Απόλλωνα που σκότωσε τον Ίσχυ κι ανέθεσε στην αδελφή του Άρτεμη να τιμωρήσει την Κορωνίδα. Αυτή χτυπάει την Κορωνίδα με τα χρυσά της βέλη και την σκοτώνει. Είναι τόση η οργή του Απόλλωνα που ξεχνάει ότι στην κοιλιά της Κορωνίδας βρίσκεται ο γιος του και τελευταία στιγμή προλαβαίνει κι αρπάζει από τη νεκρική φωτιά, το βρέφος. Στη συνέχεια παραδίδει τον νεογέννητο Ασκληπιό στον κένταυρο Χείρωνα που πάνω στο Πήλιο του δίδαξε την κυνηγετική και την ιατρική. Έτσι γεννήθηκε και σπούδασε ο Ασκληπιός, που ήταν το επισημότερο από τα παιδιά του Απόλλωνα.

Ο Ασκληπιός συνόδευε τους ήρωες στους μεγάλους και επικίνδυνους αγώνες τους και θεράπευε όλους με ξόρκια, φάρμακα, επιθέματα και εγχειρήσεις. Τον τραυματισμένο μάλιστα Ιφικλή θεράπευσε με το "πάνακες Φλεγήϊον", βότανο που μάζεψε στις όχθες του Μέλανα ποταμού στον Ορχομενό.

Πάρα πολλά ήταν τα ιερά της λατρείας του Ασκληπιού, τα Ασκληπιεία. Ιερά που ήταν ταυτόχρονα και θεραπευτήρια και γι' αυτό βρισκόντουσαν σε υγιεινές τοποθεσίες. Ο Ορχομενός ήταν ένα από τα πρώτα μέρη που λατρεύτηκε ο Ασκληπιός, με ξεχωριστές μάλιστα τιμές, αφού υπήρξε η γενέτειρά του. Κι από εδώ μεταδόθηκε η λατρεία του και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Στον Υφάντειο λόφο και λίγο ψηλότερα από τον θολωτό τάφο του Μινύα, υπήρχε το Ασκληπιείο απ' το οποίο διακρίνεται το δάπεδο και οι βάσεις από τις κολώνες του.

Χάρη στην ιατρική του δεινότητα και τη φιλάνθρωπη δράση του, ο Ασκληπιός λατρεύτηκε σαν ήρωας στα χρόνια του Ομήρου και σαν θεός στα ιστορικά χρόνια από όλους τους Έλληνες, που του πρόσφεραν γι' αυτό πολλά δώρα και θυσίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπήρξε ο μοναδικός θεός της πολυθεΐας, που λατρεύτηκε επίμονα ως το 395 μ.Χ., μέχρι την εξάπλωση του Χριστιανισμού.

Μύθος-απόηχος της διαμάχης Ορχομενού και Θήβας για επικράτηση στη Βοιωτία - Ο Ηρακλής βοηθάει τους Θηβαίους
Ο Ηρακλής αναπαυόμενος, χάλκινο αντίγραφο του πρωτότυπου έργου του Λύσιππου, 320 π.Χ. (μουσείο Λούβρου).

Στις γιορτές που γινόντουσαν προς τιμή του Ποσειδώνα στην Ογχηστό, ο βασιλιάς του Ορχομενού Κλύμενος, χτυπηθηκε από μια πέτρα που έριξε ο οδηγός του άρματος του Θηβαίου Μένοικου. Ο Κλύμενος μεταφέρθηκε στον Ορχομενό όπου και πέθανε. Άφησε όμως ευχή και κατάρα στο γιό του Εργίνο, να εκδικηθεί το θάνατό του. Ο Εργίνος μάζεψε στρατό και νίκησε τους Θηβαίους χάρη στο ιππικό του. Τους ανάγκασε να υπογράψουν συνθήκη σύμφωνα με την οποία, η Θήβα έπρεπε να πληρώνει για είκοσι χρόνια, φόρο εκατό βοδιών κάθε χρόνο.

Μετά από χρόνια ο Ηρακλής επιστρέφοντας στη γενέτειρά του Θήβα από τον Κιθαιρώνα, συνάντησε τους απεσταλμένους του Ορχομενού που πήγαιναν να εισπράξουν το φόρο της χρονιάς από τη Θήβα. Χύμηξε τότε πάνω τους, τους έκοψε τις μύτες και τ' αυτιά, τους έδεσε τα χέρια στο σβέρκο και τους είπε πως αυτός ήταν ο φόρος. Όταν το έμαθε ο βασιλιάς του Ορχομενού Εργίνος συγκέντρωσε στρατό και βάδισε εναντίον της Θήβας. Ο Ηρακλής χτυπήθηκε μαζί του φορώντας μια πανοπλία που του είχε χαρίσει η θεά Αθηνά, ολομόναχος ή σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, επικεφαλής μεγάλης στρατιάς στην οποία ήταν και ο Αμφιτρύων.

Επειδή η μεγάλη δύναμη των Μινυών ήταν το ιππικό τους ο Ηρακλής έφραξε τη μεγάλη καταβόθρα που έφερνε τα νερά του ποταμού Κηφισσού στη θάλασσα. Έτσι ο κάμπος πλημμύρισε, το ιππικό των Μινυών αχρηστεύτηκε και οι Θηβαίοι νίκησαν τους Ορχομένιους. Ο Εργίνος σκοτώθηκε, τα στρατεύματά του διαλύθηκαν και ο Ορχομενός υποχρεώθηκε να πληρώνει στη Θήβα διπλάσιο φόρο απ' ότι εκείνος έπαιρνε. Από την πλευρά των Θηβαίων σκοτώθηκε ο Αμφιτρύων καθώς και οι δυο γιοι του οιδίποδα και της Ιοκάστης, ο Φράστωρ και ο Λαόνυτος.

Κατά τον Παυσανία, ο Εργίνος δεν σκοτώθηκε αλλά έκλεισε ειρήνη με τον Ηρακλή και έζησε πολλά χρόνια ακόμη. Εργάστηκε για να ξαναχτίσει τα ερείπια που άφησε ο πόλεμος και απόχτησε μεγάλα πλούτη. Σύμφωνα με συμβουλή της Πυθίας παντρεύτηκε μια νέα γυναίκα και απόκτησε δυο γιούς, τον Τροφώνιο και τον Αγαμήδη.