Ιερός ναός Ζωοδόχου Πηγής ή Άη Βλάσης

Στον δρόμο που συνδέει το Ακραίφνιο με την Αλίαρτο υψώνονται τεράστιοι επιβλητικοί βράχοι, που ανάμεσά τους πλήθος από υπέροχες σπηλιές και καταβόθρες. Ο ναός της Ζωοδόχου Πηγής ή όπως είναι γνωστός στους ντόπιους, του Άη Βλάση, είναι σπηλιά που επέλεξαν οι καταδιωκόμενοι Χριστιανοί για να περισώσουν την πίστη τους.
Το σπήλαιο αποτελείται από δυο τμήματα τα οποία συνδέει ένα χαμηλό άνοιγμα που χρησιμεύει σαν πέρασμα από το ένα τμήμα στο άλλο. Το πρώτο τμήμα δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον. Αντιθέτως το δεύτερο είναι διαμορφωμένο σε ναό με κτιστό τέμπλο και στέγη τις άγριες ρωγμές των βράχων. Οι τοιχογραφίες στο δεύτερο τμήμα, θυμίζουν τα χαρακτηριστικά έργα της Μακεδονικής Σχολής στο Πρωτάτο των Καρυών (Άγιον Όρος) και τις τοιχογραφίες της Μονής της Χώρας στην Κων/πολη (Καχριέ Τζαμί).

Ο διάκοσμος περιορίζεται στο τέμπλο και στο χώρο του Ιερού Βήματος. Στην κύρια όψη του τέμπλου εικονογραφείται η Δέηση. Αριστερά της Πύλης εικονίζεται ολόσωμη η Παναγία Βρεφοκρατούσα τυλιγμένη σε πλούσια πτυχωμένα φορέματα. Κατευθύνει το βλέμμα προς το θεατή, με μια αδιόρατη θλίψη στο σοβαρό πρόσωπό της. Τα χρώματα, η πτυχολογία και τα χαρακτηριστικά θυμίζουν έντονα την έξοχη Παναγία Γλυκοφιλούσα από το ταφικό παρεκκλήσιο της Μονής της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη, που φιλοτεχνήθηκε λίγα χρόνια νωρίτερα, γύρω στο 1320, αλλά και την Παναγία Βρεφοκρατούσα από το νάρθηκα του Αγίου Νικολάου Ορφανού στη Θεσσαλονίκη. Με το ίδιο μνημείο, αλλά και με την Αγία Αικατερίνη Θεσσαλονίκης, συνδέονται επίσης οι ολόσωμες μορφές του Χριστού και του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου που εικονίζονται στα δεξιά της Πύλης.
Επειδή το σπήλαιο δεν πρόσφερε πολλές επιφάνειες για αγιογράφηση ο αγιογράφος χρησιμοποίησε και την προς το Ιερό πλευρά του τέμπλου. Εκεί εικονίζονται η Αγία Ειρήνη με βασιλική μαργαριτοστόλιστη αμφίεση και η Αγία Παρασκευή με λευκόφαιο μαφόριο.

Στην κόγχη της πρόθεσης (στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική είναι ο χώρος στα βόρεια του Ιερού Βήματος των ναών, συνήθως με αψίδα που προβάλλει στα ανατολικά, όπου αποθέτουν τα Τίμια Δώρα πριν από την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας, και εκεί τελείται η ακολουθία της προσκομιδής) απεικονίζεται η Άκρα Ταπείνωση και πάνω από την παράσταση αυτή παριστάνεται η Παναγία σε προτομή δεομένη, όπως η Παναγία και πάλι από τον Άγιο Νικόλαο Ορφανό. Ακόμη σώζονται οι μορφές του Αγίου Στεφάνου και του Αγίου Ιγνάτιου του Θεοφόρου, ενώ έχει καταστραφεί σχεδόν εντελώς από αρχαιοκάπηλους η παράσταση του Παλαιού των Ημερών, επάνω ακριβώς από τη θέση της Αγίας Τράπεζας.
Ο συγκεκριμένος ζωγραφικός διάκοσμος εκπλήσσει με την υψηλή ποιότητά του, που φανερώνει ότι ο άγνωστος ζωγράφος ακολουθεί τα ρεύματα της εποχής στα μεγάλα κέντρα του μακεδονικού χώρου.
Σημαντικό είναι το γεγονός ότι οι τοιχογραφίες είναι χρονολογημένες. Η γραπτή, με μαύρα γράμματα, αφιερωματική επιγραφή που διατηρήθηκε πάνω από την Ωραία Πύλη του κτιστού τέμπλου μάς δίνει πληροφορίες όχι μόνο για τη χρονολόγηση αλλά και για το δωρητή:

ΔΕΗΣΙΣ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ ΙΕΡΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΥΜΒΙΟΥ ΚΑΙ ΤΕΚΝΩΝ ΕΝ ΕΤΕΙ ΣΤ΄Ω΄Μ΄Α΄

δηλαδή 6841 από κτίσεως κόσμου ή το 1.331 μ.Χ.
Σε ένα ακιδογράφημα διαβάζουμε:

ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΑΠΟ ΜΑΥΡΟΜΑΤΙ ΤΗ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 1839 ΤΗ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ ΕΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΑ.

Απορίας άξιον είναι γιατί οι πιστοί της περιοχής δεν ξανάχτισαν τον κατεστραμμένο ναό στην είσοδο της σπηλιάς αλλά κατέφυγαν στο συνεχόμενο σπήλαιο και μάλιστα το κόσμησαν με υπέροχες τοιχογραφίες. Η πιο αξιόπιστη απάντηση είναι ότι ο λατρευτικός αυτός χώρος συνδέεται με τους απηνείς διωγμούς των Ορθοδόξων Χριστιανών κατά την εποχή της Φραγκοκρατίας και της κυριαρχίας των Καταλανών μετά την αναμέτρηση στην Κωπαϊδα το 1311 μ.Χ. Οι νέοι κατακτητές δημιούργησαν κλίμα τρομοκρατίας. Οι εκκλησίες λεηλατήθηκαν οι κληρικοί έπρεπε να γίνουν καθολικοί ή να διωχθούν. Η κατάσταση που επικράτησε υποχρέωσε τους Ορθόδοξους Χριστιανούς να καταφύγουν “εν ταις σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης”.

 

 

 

 

 

Πηγές:

“ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΟΙΩΤΙΑ”, Αρχιεπισκόπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος.