Η Κωπαΐδα

Ο σημερινός κάμπος της Κωπαΐδας, στην προϊστορική εποχή αποτελούσε την μεγαλύτερη λίμνη της Ελλάδας. Σύμφωνα με την άποψη των αρχαιολόγων είχε αποξηρανθεί από τους Μινύες του Ορχομενού στο 1.600 π.Χ. περίπου. Νεότερα όμως ευρήματα θέτουν υπό αμφισβήτηση αυτή την χρονολόγηση και την μεταθέτουν πριν το 2.000 π.Χ. (περισσότερα για την προϊστορική αποξήρανση διαβάστε εδώ).

Το έργο αυτό είτε εξ αιτίας σεισμών, είτε εξ αιτίας κοινωνικών και πολιτικών αναστατώσεων που έλαβαν χώρα γύρω στα 1.300 π.Χ. καταστράφηκε, με αποτέλεσμα η Κωπαΐδα να ξαναγίνει λίμνη και να παραμείνει έτσι πάνω από τρεις χιλιάδες χρόνια.

img_divider

Ιστορικό

Μετά την απελευθέρωση και την ανασύσταση του Ελληνικού κράτους το 1830, η λίμνη της Κωπαΐδας πλημμύριζε ολόκληρη την σημερινή πεδιάδα.

1833

O Ιωάννης Κωλέττης, πρέσβης της Ελλάδας στο Παρίσι, θέτει το θέμα της αποξήρανσης της Κωπαΐδας και της απελευθέρωσης 250.000 στρεμμάτων, στους Γάλλους κεφαλαιούχους, στους τραπεζίτες και στις μεγάλες Γαλλικές επιχειρήσεις. Από εδώ και πέρα θα αρχίσει μια περιπετειώδης προσπάθεια που θα κρατήσει πάνω από 50 χρόνια, μέχρι να αποδοθεί στην καλλιέργεια ο κάμπος.

183

O βασιλιάς Όθωνας αναθέτει στον πατριώτη του μηχανικό δόκτορα Karl Fielder (Κάρλ Φίλντερ) να εξετάσει το θέμα της Κωπαΐδας και ταυτόχρονα έστειλε τον Βαυαρό μηχανικό Μ. Ferhamer (Μ. Φερχάμερ) να κάνει μελέτη για την αποξήρανσή της. Το υπόμνημα παραδόθηκε στο βασιλιά στις 24 Ιουνίου του 1834, χωρίς να δοθεί συνέχεια, πιθανόν λόγω της αντίθεσης του Βαυαρού μηχανικού Eduard Luft, ( στέλεχος με μεγάλη επιρροή στην αυλή του Όθωνα).

1835Μεταξύ 1835-1836 ο Έλληνας μηχανικός Παναγιώτης Παπαναούμ Γεωμέτρης Α΄ τάξης ασχολήθηκε σοβαρά με το θέμα της Κωπαΐδας Το υπόμνημα όμως που υπέβαλε προσέκρουσε και αυτό στην αντίθεση του Eduard Luft.

 

1836

Με το Βασιλικό Διάταγμα «περί προικοδοτήσεως των αγωνιστών του 1821» που εκδόθηκε το 1836 η Ελληνική κυβέρνηση προωθεί σχέδιο καταγραφής και τοπογραφικού σχεδιασμού όλων των κρατικών κτημάτων, με σκοπό να τα διαθέσει στους ακτήμονες αγωνιστές του 1821, οι οποίοι από την ανέχεια και την φτώχεια το είχαν ρίξει στις ληστείες για να επιβιώσουν. Το φαινόμενο αυτό το είχε επισημάνει και ο Άγγλος πρεσβευτής στην Αθήνα Dawkins και το απέδιδε στην ανεργία των οπλαρχηγών της επανάστασης. Πίστευαν ότι με την παραχώρηση σ’ αυτούς καλλιεργήσιμων εκτάσεων θα κάλυπταν τις βιοτικές τους ανάγκες και θα εξαφάνιζαν ή θα περιόριζαν τη ληστεία που ήταν σε έξαρση τότε στη Βοιωτία αλλά και σε όλη τη Στερεά Ελλάδα.

Την τοπογραφική καταγραφή της περιοχής Κωπαΐδας ανέλαβε να διεκπεραιώσει ο βαυαρός γεωμέτρης D.A Gebhard (Γκέμπχαρντ), υπουργικός σύμβουλος της τότε Γραμματείας Εσωτερικών. Την περίοδο αυτή λόγω της μεγάλης ξηρασίας τα νερά της λίμνης είχαν σχεδόν στερέψει. Ο Gebhard κατέγραψε όλες τις καταβόθρες και σχεδίασε μια μελέτη αποξήρανσης της λίμνης την οποία παρέδωσε στη γραμματεία των Εσωτερικών. Ο προϋπολογισμός του έργου, σύμφωνα με τον βαυαρό γεωμέτρη, ανερχόταν στο ποσόν του 1.664.000 δρχ. Το έργο δεν εκτελέστηκε λόγω υψηλού, για την εποχή, κόστους.
Αμέσως προχώρησαν σε περιορισμένης έκτασης αποστραγγιστικά έργα με αυτεπιστασία, με επικεφαλή τον βαυαρό λοχαγό μηχανικό Eduard Luft (Εντουάρντ Λουφτ). Το σχέδιο αυτό που στηρίχτηκε στη χρησιμοποίηση των λειψάνων του αποστραγγιστικού έργου των αρχαίων Μινυών, προέβλεπε τον καθαρισμό των φυσικών διόδων προς τις καταβόθρες και απόφραξη των στομίων τους, ώστε το νερό να φεύγει ακώλυτα προς τη θάλασσα του Ευβοϊκού. Οι εργασίες τελείωσαν 15/10/1837. Τελικό κόστος 17.000 δραχμές, ποσόν ελάχιστο σε σύγκριση με την πρόταση Gebhard. (1.664.000 δρχ). Πράγματι η λίμνη στο μεγαλύτερο μέρος αποξηράνθηκε και διατηρήθηκε μόνο η κοίτη του Κηφισού η οποία κατέληγε στην μεγάλη καταβόθρα. Δεν κράτησε όμως για πολύ. Ο βαρύς χειμώνας του 1837–1838 πλημμύρησε και πάλι την περιοχή. Ο Luft ετοίμασε καινούργιο συμπληρωματικό σχέδιο, που πίστευε ότι θα έλυνε οριστικά το πρόβλημα,αλλά δυστυχώς δεν εγκρίθηκε. Λίγα χρόνια αργότερα ο Luft πέθανε χωρίς να πραγματοποιήσει το όνειρό του.

1837

Ενώ συνεχίζονταν οι εργασίες από το Luft, ο Karl Fielder συντάσσει καινούργιο μνημόνιο προς τον βασιλιά Όθωνα (18/30-5-1837) το οποίο διαβιβάζεται στη συνέχεια στην Γραμματεία των Στρατιωτικών η οποία ενημερώνει το λοχαγό Luft. Στηριζόταν στις προτάσεις που είχαν υποβάλει στο Βασιλιά στις 24/6/1834 ο Karl Fielder και Μ. Ferhamer. Όπως και την πρώτη φορά προκάλεσαν την αντίδραση του Luft και δεν δόθηκε συνέχεια.

1844 Το σχέδιο Sauvage (Σωβάζ) 1844-1846

Στις 6/8/1844 ο Κωλλέτης ηγούμενος του φιλογαλλικού κόμματος γίνεται ο 1ος κοινοβουλευτικός Πρωθυπουργός της Ελλάδος. Γνωστός στους επιχειρηματικούς κύκλους της Γαλλίας από την θητεία του ως πρεσβευτής, παρεμβαίνει προσωπικά και τους υπενθυμίζει το πρόβλημα της αποξήρανσης της Κωπαΐδας. Τελικά ο Γάλλος δημοσιολόγο Βαρόνος Eichthal (Εσταλ) μαζί με τον στενό συνεργάτη του Τίρς, του ακμαίου τότε τραπεζιτικού οίκου Eichtal, πειθόμενοι από τις εισηγήσεις του Κωλέττη αποφασίζουν να στείλουν τον έμπειρο στις αποξηράνσεις μηχανικό Sauvage (Σωβάζ) να μελετήσει, σχεδιάσει και προϋπολογίσει το έργο. Ο Sauvage φθάνει στην Ελλάδα το 1845 και επί 6 μήνες καταγράφει και μελετά όλες τις πιθανές περιπτώσεις για την λύση του προβλήματος. Υπολογίζει ότι, ο όγκος των υδάτων από όλα τα ποτάμια και τους χείμαρρους που εκβάλλουν στην Κωπαΐδα, στις μεγαλύτερες πλημμύρες, ανέρχεται στα 600 εκατομμύρια κυβικά μέτρα.

Επιστρέφοντας στη Γαλλία και εκτιμώντας τις οικονομικές δυνατότητες της εταιρείας συντάσσει την αναλυτική μελέτη και την υποβάλει στον οίκο Eichthal το 1846. Το σχέδιο Sauvage προέβλεπε την κατασκευή μιας περιμετρικής διώρυγας 50 χλμ. καθώς και μιας κεντρικής 20 χλμ που κατέληγαν στο κόλπο του Κεφαλαρίου, (Νέο Κόκκινο) και από εκεί στον κόλπο της Λάρυμνας. Ο προϋπολογισμός του έργου ανερχόταν στο ποσόν των 2.489.051 γαλλικών φράγκων. Είχε επίσης εξετάσει και προϋπολογίσει και τη δυνατότητα διοχέτευσης των υδάτων στην Υλίκη και την Παραλίμνη αλλά δεν την πρότεινε λόγω του πολύ υψηλού κόστους. Ο οίκος Eichtal καθώς και μια επιτροπή πολιτών από την Αθήνα ήρθαν σε επαφή με ομογενείς που ζούσαν στην Ευρώπη, με σκοπό να ανελάμβαναν τη χρηματοδότηση του έργου, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα.

1846

Ο οίκος Eichtal αντιμετωπίζει μεγάλα οικονομικά προβλήματα και αδυνατεί να υλοποιήσει το σχέδιο για την αποξήρανση της λίμνης. Το πολύτιμο υπόμνημα με τις προτάσεις δωρίζεται από τον οίκο στην Ελληνική κυβέρνηση.

 

1852 Η αποστολή του Δ. Παπαγεωργίου

Το Σεπτέμβριο του 1852 αποστέλλεται στην Κωπαΐδα από την τότε κυβέρνηση ο καθηγητής δημοσίων έργων της Σχολής Ευελπίδων υπολοχαγός Δ. Παπαγεωργίου, προκειμένου να μελετήσει το θέμα της αποξήρανσης της λίμνης. Οι έρευνες θα κρατήσουν τρία χρόνια. Καταγράφονται με κάθε λεπτομέρεια όλες οι καταβόθρες της Κωπαΐδας, που αποτελούσαν και την φυσική δίοδο των νερών προς την θάλασσα και γίνονται προτάσεις. Το έργο θα στηριζόταν στην λογική των έργων των αρχαίων Μινυών. Η μεγάλη καταβόθρα θα ήταν ο αποδέκτης, και τα νερά θα έβγαιναν στα Σκροπονέρια. Το έργο τελικά δεν γίνεται για οικονομικούς λόγους, ο Παπαγεωργίου αρρωσταίνει από ελονοσία και φεύγει για το Παρίσι.

1858

Το 1858 εκπρόσωπος των Άγγλων επιχειρηματιών webster (Γουέμπστερ) φθάνει στην Ελλάδα, προκειμένου να δει από κοντά την Κωπαΐδα και να διαπραγματευτεί με την κυβέρνηση το θέμα της αποξήρανσης. Από την αυτοψία που έκανε υπολόγισε ότι τα νερά της λίμνης κάλυπταν περίπου 175.000 στρέμματα. Οι προτάσεις των Άγγλων προέβλεπαν, την αφορολόγητη εκμετάλλευση των αποξηραμένων εκτάσεων για τα πέντε πρώτα χρόνια και την παραχώρηση της διαχείρισης του κάμπου για 99 χρόνια με πληρωμή στο κράτος του 20% πάνω στα παραγόμενα προϊόντα. Προτάσεις που θεωρήθηκαν πολύ συμφέρουσες για την Ελλάδα. Όμως οι Άγγλοι ζητούσαν ακόμη, τα γύρω από την Κωπαΐδα βουνά ως νομή των ποιμνιοστασίων κτηνοτρόφων και γεωργών που θα έφερναν από την Αγγλία προκειμένου να δουλέψουν στον κάμπο. Η πρόταση απορρίφθηκε από την Ελληνική Κυβέρνηση.

1865 Σύμβαση Σαρραζίν Μομφεριέρ (Sarragin Moferier)

Τη χρονιά αυτή παρατηρήθηκε μία από τις μεγαλύτερες ξηρασίες της εποχής. Η Κωπαΐδα αποξηράνθηκε τελείως. Τούτο ήταν αφορμή να διαπιστωθεί ότι καμία φυσική πηγή δε υπήρχε στο βάθος της. Θεωρήθηκε μεγάλη ευκαιρία για την οριστική λύση του προβλήματος. Η κυβέρνηση στέλνει επειγόντως και πάλι τον Παπαγεωργίου με 200 εργάτες να καθαρίσουν τις καταβόθρες και να εκτελέσουν τα απαραίτητα αποστραγγιστικά έργα, πριν τους πιάσει ο χειμώνας. Δυστυχώς όμως οι βροχές άρχισαν πριν προλάβουν να ολοκληρωθούν τα έργα και η Κωπαΐδα ξαναγίνεται λίμνη.

Το 1865 παρουσιάζεται ως εκπρόσωπος των Γάλλων κεφαλαιούχων ο Σαρραζίν Μομφεριέρ ο οποίος εκδηλώνει το ενδιαφέρον του για την ανάληψη του έργου της αποξήρανσης. Στις 22 Ιουλίου του 1865 η κυβέρνηση Α. Κουμουνδούρου υπογράφει την σχετική σύμβαση η οποία προβλέπει την παραχώρηση της εκμετάλλευσης του κάμπου για 99 χρόνια. Μετά την προθεσμία αυτή 80.000 στρέμματα θα ανήκαν στον Μομφεριέρ και 160.000 στρέμματα στους αγρότες της Βοιωτίας και της Λοκρίδας. Φαίνεται όμως ότι ο Μομφεριέρ δεν είχε τις δυνατότητες να εκτελέσει ένα τόσο μεγάλο έργο. Αναγκάστηκε να το παραχωρήσει στον Γάλλο Ερρίκο Μπονέρ. Τελικά ούτε αυτός μπόρεσε να κάνει τίποτα και έτσι η Ελληνική κυβέρνηση αναγκάστηκε να τους κηρύξει έκπτωτους.

1866

Στις 23 Ιανουαρίου του 1866 ανέλαβαν πρωτοβουλία μερικοί Έλληνες να πείσουν πλούσιους Έλληνες του εξωτερικού να αναλάβουν αυτοί το έργο της αποξήρανσης. Έφτιαξαν μια επιτροπή από τους Α. Γεωργαντά, Χρ. Ζιμβρακάκη, Ν. Χατσόπουλο, Δ.Λεβίδη, Α. Πετσάλη, και Εμ. Τοπάζη. Τύπωσαν ένα φυλλάδιο και το έστειλαν στους απανταχού ομογενείς. Η προσπάθεια όμως αυτή έπεσε στο κενό, οι ομογενείς δεν δείξανε κανένα ενδιαφέρον. Και πάλι το 1866 οι Μανιατάκης, Ηπίτης, Σκαλιστήρης, και Μεταξάς υποβάλλουν στο υπουργείο Εσωτερικών μελέτη για την αποξήρανση της λίμνης. Η μελέτη εξετάζεται και μετά ένα χρόνο εγκρίνεται και τελικά επικυρώνεται. Αλλά και αυτή παρέμεινε στα χαρτιά και το κράτος αναγκάζεται να ακυρώσει τελικά την σύμβαση.

1876

Στις 23 Φεβρουαρίου του 1876 ένας Όμιλος Ελληνικών Τραπεζών αποτελούμενος, από την Εθνική, την Ιονική, την Γενική Πιστωτική και την Βιομηχανική Τράπεζα και ο Σκαρλάτος Σούτσος γνωστοποιούν στην τότε κυβέρνηση την πρόθεσή τους να συστήσουν Ανώνυμο Εταιρία η οποία θα έχει σκοπό να αποξηράνει την Κωπαΐδα λίμνη και ότι για το σκοπό αυτό προτίθεται να φέρει από το εξωτερικό ειδικευμένο προσωπικό και να συντάξει μελέτες που μπορούν να τελειώσουν μέσα σε διάστημα έξι μηνών και επί πλέον, εάν μέσα σ΄ αυτό το χρονικό διάστημα εμφανισθεί άλλος ενδιαφερόμενος να έχει το δικαίωμα το κράτος να παραχωρήσει το έργο, εάν η Εταιρία δεν ζητήσει να προτιμηθεί αυτή. H Ελληνική κυβέρνηση αποδέχεται αμέσως τους όρους και διαβεβαιώνει τον Όμιλο ότι θα προτιμηθεί από οποιοδήποτε άλλον ενδιαφερόμενο. Η σύνταξη της μελέτη ανατέθηκε στο Γάλλο μηχανικό Ρεμπόλ ο οποίος μετά από δύο χρόνια παρέδωσε τον σχετικό προϋπολογισμό στον Όμιλο των Ελληνικών Τραπεζών το 1879. Έκτοτε όμως δεν δόθηκε καμία συνέχεια. Είναι άγνωστο τι μεσολάβησε στο μεταξύ.

1879

Στα 1879 ο Γάλλος πολιτικός μηχανικός Μουλέ (Μoule) στηριζόμενος στις μελέτες που έκανε ο μηχανικός δημοσίων έργων Ρεμπόλ (Rebol) έριξε πρώτος την ιδέα να μη στηριχθεί η αποξήρανση της Κωπαΐδας στο σχέδιο Σωβάζ, δηλαδή την παροχέτευση των υδάτων στις καταβόθρες αλλά στις δύο λίμνες Υλίκη και Παραλίμνη, οι οποίες θα λειτουργούσαν και ως δεξαμενές-αποταμιευτήρες για την άρδευση των καλλιεργειών κατά τους θερινούς μήνες. Στις 30 Μαΐου 1880 ο πρωθυπουργός Χαρ. Τρικούπης υπογράφει σύμβαση με τον Ιωάννη Βούρο εκπρόσωπο Γαλλικής εταιρίας υποστηριζόμενο από τον Στέφανο Σκουλούδη για την αποξήρανση και εκμετάλλευση της λίμνης με τους ίδιους όρους που είχαν με τον Μονφερριέρ και με τις αναγκαίες τροποποιήσεις στα σχέδια Σωβαζ. Ο Στ. Σκουλούδης εμφανίζεται και υπογράφει σαν αντιπρόσωπος «της συσταθείσης εν Παρισίοις ανωνύμου εταιρίας υπό την επωνυμία: «Γαλλική Εταιρία προς αποξήρανσιν και καλλιέργειαν της Κωπαΐδας λίμνης». Οι αρχιμηχανικοί δημοσίων έργων της Γαλλίας Ταρράτ(Tarrate) και Ποσσέ (Pochet) κατεβαίνουν στην Ελλάδα να μελετήσουν την πρόταση Moule.
Το 1881 γυρίζοντας στη Γαλλία πεθαίνει ο Ταράτ που είχε καταστρώσει και τα τελικά σχέδια. Η μελέτη προέβλεπε ακόμη την κατασκευή διώρυγας από την Υλίκη προς την Παραλίμνη και σήραγγα από Παραλίμνη προς την παραλία της Ανθηδόνας στον Ευβοϊκό. Με τον τρόπο αυτό θα λειτουργούσαν και τρεις Υδροηλεκτρικοί σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Τα σχέδια εξετάζονται και εγκρίνονται από τους επιθεωρητές δημοσίων έργων της Γαλλίας Πασκάλ (Pascal) και Λαρούς (Larousse). Η Γαλλική εταιρία έχει στη διάθεσή της 15 εκατομμύρια Γαλλικά φράγκα και με αρχιμηχανικό τον Ποσσέ (Pochet) αρχίζουν οι εργασίες το 1882.
Παρά τις αντίξοες συνθήκες και τις πολλές δυσκολίες, απεργίες κλπ. ο Ποσσέ καταφέρνει να τελειώσει τα έργα για την οριστική αποξήρανση της λίμνης το 1886.

1886 Τα εγκαίνια του μεγαλύτερου έργου

Τα εγκαίνια έγιναν την 1η Ιουνίου του 1886 με κάθε λαμπρότητα όπως ταιριάζει σε ένα τόσο μεγάλο έργο. Με το πλοίο «Θεσσαλία» οι επίσημοι φεύγουν από τον Πειραιά και αποβιβάζονται στη Χαλκίδα. Από εκεί με το πλοίο «Αργολίς» μεταφέρονται στο μικρό λιμάνι της Ανθηδόνας (Λουκίσια). Από εδώ με 16 άμαξες μεταφέρονται στην Θήβα όπου διανυκτερεύουν, και την άλλη μέρα το πρωί φτάνουν στην Καρδίτσα (Ακραίφνιο). Πλήθος κόσμου από το Ακραίφνιο, Κόκκινο, Κάστρο, Αλίαρτο και τις γύρω περιοχές της Βοιωτίας και της Λοκρίδας, κρατώντας Ελληνικές και Γαλλικές σημαίες έχει συγκεντρωθεί γύρω από τον υδατοφράχτη.

Στην είσοδο της σήραγγας της Καρδίτσας (Ακραιφνίου) σε μια μεγάλη πλάκα με κόκκινα γράμματα ήταν γραμμένα, τα εξής:

ΟΜΟΝΟΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΓΑΛΛΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΟΥ Α ΒΑΣΙΛΕΥΟΝΤΟΣ, Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΚΩΠΑΪΔΟΣ ΤΗΝ ΤΕ ΓΗΝ ΑΠΟΤΕΜΟΥΣΑ ΚΑΙ ΤΑ ΟΡΗ ΔΙΑΡΥΞΑΣΑ ΤΗΝ ΜΕΝ ΛΙΜΝΗΝ ΕΞΗΓΑΓΕ, ΤΟ ΔΕ ΠΕΔΙΟΝ ΜΕΧΡΙ ΤΟΥ ΝΥΝ ΑΡΓΟΥΝ, ΤΟΙΣ ΓΕΩΡΓΟΥΣΙΝ ΑΠΕΔΩΚΕ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΒΛΑΠΤΟΝΤΑΣ ΠΟΤΑΜΟΥΣ ΑΠΕΣΤΡΕΨΕ. ΤΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΗΣ ΕΞΑΓΩΓΗΣ ΗΡΞΑΤΟ ΜΕΝ O SAUVAGE ΤΟ 1846, ΕΠΑΝΕΛΑΒΕ Δ’ ΑΥΤΑΣ Ο TARATTE ΤΟ 1881, ΟΥ ΘΑΝΟΝΤΟΣ ΑΥΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ ΔΙΕΓΡΑΨΕ ΚΑΙ ΕΠΕΤΕΛΕΣΕΝ Ο LEON POCHEΤ ΤΩ 1882-1886.

1887

Δυστυχώς όμως το 1887 η Κωπαΐδα ξαναγίνεται λίμνη. Οι Γάλλοι μηχανικοί Ταράτ και Ποσσέ είχαν κάνει το βασικό λάθος να μη λάβουν υπόψη τους ότι ο πυθμένας της λίμνης αποτελείτο από σάπια φύκια και ύλη πάχους 4μ που πήρε φωτιά μετά την αποξήρανση και καιγόταν σε έκταση δεκάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων χωρίς να μπορεί να σβηστεί για πολλά χρόνια. Από το γεγονός αυτό η επιφάνεια του εδάφους έπεσε περισσότερο από τρία μέτρα με αποτέλεσμα να βρεθεί η διώρυγα αιωρούμενη και άχρηστη για το έργο για το οποίο κατασκευάστηκε.
Η Γαλλική εταιρία μη μπορώντας να αντεπεξέλθει στα έξοδα ανακατασκευής του έργου, αναγκάζεται να δανεισθεί από την διεθνή χρηματαγορά. Άγγλοι κεφαλαιούχοι και μεγάλοι χρηματο-οικονομικοί οργανισμοί, με πολύ παλαιές διασυνδέσεις με την Ελλάδα, δανείζουν την Γαλλική Εταιρεία.

Παρόλα αυτά το 1887 η εταιρεία δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της και αναγκάζεται να εκχωρήσει το κτήμα στους Άγγλους δανειστές οι οποίοι ιδρύουν την Ανώνυμη Εταιρεία "Lake Copais Co Ltd".
Στις 2 Ιουνίου του 1887 o Leon pochet και o Les Lowencour αντιπρόσωποι της Γαλλικής εταιρίας υπογράφουν στο Λονδίνο τη σχετική συμφωνία με τον εκπρόσωπο της Αγγλικής εταιρίας Arles Cheston. Το ιδρυτικό κεφάλαιο της εταιρείας θα ανερχότανε στο 1.000.000 λίρες στερλίνες και η Γαλλική Εταιρεία θα έπαιρνε 500.000 στερλίνες σε μετοχές, που θα ίσχυαν μετά την τελική αποξήρανση, για τις μελέτες και τα έργα που είχε εκτελέσει μέχρι τότε.

Η αναγνώριση της ίδρυσης της Lake Copais Co Ltd από το Ελληνικό κράτος θα δημοσιευτεί στο υπ΄ αριθμ. 256/16-9-1887 φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως και με το Β.Δ της 18-7-1887 «περί εγκρίσεως μεταβιβάσεως των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της Γαλλικής Εταιρείας προς την Ανώνυμη Εταιρεία της λίμνης Κωπαΐδας» θα παραχωρηθεί και τυπικά ο κάμπος της Κωπαΐδας στους νέους επενδυτές. Στη συνέχεια συγκροτήθηκε και το Διοικητικό Συμβούλιο αποτελούμενο από 7 μέλη με πρόεδρο τον γνωστό, τότε στην Αγγλία, επιχειρηματία Ερρίκο Δη. Η Αγγλική Εταιρεία αναλαμβάνοντας όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της προκατόχου, έπρεπε να κάνει ολόκληρο αγώνα για να διορθώσει το λάθος των Γάλλων.

1888  1888-1891

Επειδή η φωτιά εξακολουθούσε να καίει την Κωπαϊδική γη οι Άγγλοι αναγκάστηκαν να κάνουν πολλά πρόσθετα αποστραγγιστικά και αρδευτικά έργα, με διώρυγες, τάφρους και φράγματα σε διάφορα σημεία. Καθώς πλησίαζε το τέλος του συμβατικού χρόνου περατώσεως των έργων αποξήρανσης και ή εταιρεία προσπαθούσε αγωνιωδώς να προλάβει τις προθεσμίες, η κυβέρνηση Δεληγιάννη συνέστησε μια επιτροπή προκειμένου να δει, αν υπάρχουν καθυστερήσεις στα μέχρι τότε προδιαγεγραμμένα έργα. Στο υπόμνημα που παρέδωσε η επιτροπή στην κυβέρνηση διαπιστωνόταν ότι ορισμένα έργα στο τομέα της αποστράγγισης καθυστερούσαν, ενώ στο τομέα της άρδευσης δεν είχαν αρχίσει ακόμη. Η Εταιρεία απέδωσε την καθυστέρηση στην σφοδρή κακοκαιρία του χειμώνα του 1890-1891, στις ιδιόμορφες συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή και στην σοβαρή έλλειψη εργατικών χεριών. Υποσχέθηκε να αυξήσει τους εργάτες, από 300 που απασχολούσε μέχρι τότε, στους 1100-1200, ώστε τα έργα να έχουν τελειώσει μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους. Σε πολλά σημεία του κάμπου η αυτό-ανάφλεξη της τύρφης δεν μπορούσε, ούτε να προβλεφθεί, ούτε να αντιμετωπισθεί, γιατί διέγραφε μια μακρόχρονη πορεία μέχρι που η φωτιά να σβήσει μόνη της. Παρ΄ όλα αυτά η Ελληνική κυβέρνηση κήρυξε εκπρόθεσμη την Εταιρεία και της επέβαλε πρόστιμο ύψους 1.550.000 δρχ. Η Αγγλική εταιρεία, που αρνήθηκε να πληρώσει το πρόστιμο, διαμαρτυρήθηκε έντονα στην Ελληνική κυβέρνηση για παραβίαση των στοιχειωδών κανόνων δεοντολογίας, να καλέσει δηλαδή σε απολογία τον έτερο των αντιδίκων, προκειμένου να ακούσει και τις απόψεις του.

1892

Στις βουλευτικές εκλογές του 1892 νικητής αναδείχθηκε ο Χαρίλαος Τρικούπης, ο οποίος έχοντας ανάγκη να συνάψει δάνειο από την χρηματαγορά του Λονδίνου, αναγκάζεται να ανακαλέσει το πρόστιμο που είχε επιβάλει η προηγούμενη κυβέρνηση. Τελικά τα έργα τελείωσαν το 1892, όπως είχε υποσχεθεί η Εταιρεία, η λίμνη αποστραγγίστηκε και έγινε κάμπος ύστερα από 3.500 χρόνια περίπου.

Στις 21-9-1892 υπογράφεται στη Θήβα το πρωτόκολλο παραλαβής του έργου. Την παραλαβή από Ελληνικής πλευράς υπέγραψαν οι: Σούλης-Κελλενέκ και Ισηγόνης και από πλευράς της Αγγλικής εταιρείας ο Λέον Ποσσέ (Leon Pochet), που από στέλεχος της Γαλλικής Εταιρείας τον βλέπουμε να υπηρετεί και στη νέα Εταιρεία. Ήταν ο ίδιος που σαν εκπρόσωπος της Γαλλικής εταιρείας είχε υπογράψει και την πώληση της στους Άγγλους επενδυτές.

Έτσι φθάσαμε στο τέλος μιας μακρόχρονης προσπάθειας. Είχε εκτελεσθεί το μεγαλύτερο μέχρι τότε έργο από τη σύσταση του Ελληνικού κράτους. Οι δύο εταιρίες η Γαλλική και αντικαταστάτριά της Αγγλική για να πετύχουν αυτό το κατόρθωμα διέθεσαν τεράστια κεφάλαια. Πολλοί ειδικοί Άγγλοι, Γάλλοι και Έλληνες και μεγάλο πλήθος εργατών, εργαζόμενοι κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, μέσα στα βαλτόνερα, και τις πλημμύρες που κατέστρεφαν τα αναχώματα ανάσχεσης, με φτυάρια και κασμάδες κατάφεραν να τελειώσουν ένα τεράστιο έργο για την εποχή του και να αποδώσουν στην καλλιέργεια μια εύφορη πεδιάδα.

 

 

 

 

 

 

 

 

Η λίμνη Κωπαΐδα τους θερινούς μήνες.

Η λίμνη Κωπαΐδα τους χειμερινούς μήνες.

 

Η λίμνη Κωπαΐδα (1837), σε πίνακα του Carl Anton Joseph Rottmann.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Μετοχή της Γαλλικής εταιρίας που ανέλαβε την αποξήρανση.

 

 

 

 

 

Έργα αποξήρανσης Κωπαΐδας. Ξυλογραφία, Έσπερος 15/27.8.1886.

Η σήραγγα της Καρδίτσας (Ακραιφνίου).

Γέφυρα στην κεντρική διώρυγα της Καρδίτσας (1886). Γκρεμίστηκε κατά τη Γερμανική κατοχή.

Η κεντρική διώρυγα 2 χιλιόμετρα πριν από την παραπάνω γέφυρα (1886).

 

img_divider

Το πρόβλημα με τους παραλίμνιους καλλιεργητές

Η ασάφεια που περικλείει ο όρος της περιμετρικής ζώνης και η μη σαφής οριοθέτηση από τους αρμόδιους νόμο-μηχανικούς, έδωσαν την ευκαιρία στους παραλίμνιους καλλιεργητές να εισχωρούν ήδη από το 1882 σε εδάφη που η εταιρεία θεωρούσε ότι ανήκουν στην ιδιοκτησία της. Συνηθισμένοι οι αγρότες να καλλιεργούν αυτά τα κτήματα επί πολλά χρόνια όταν η στάθμη της λίμνης υποχωρούσε, δεν μπορούσαν να δεχτούν ότι με την αποξήρανση θα έχαναν αυτό το δικαίωμα. Πολλοί από τους καλλιεργητές επικαλούνταν επί πλέον και Οθωμανικούς τίτλους ιδιοκτησίας ή άλλους τίτλους μεταβίβασης και μισθωτήρια συμβόλαια. Με την μεταβίβαση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων της Γαλλικής Εταιρείας στην Lake Copais Co Ld μεταβιβάστηκε και το άλυτο ζήτημα των παραλιμνίων εκτάσεων.
Η Αγγλική Εταιρεία αποφασισμένη να μην υποχωρήσει, άρχισε να διαμαρτύρεται έντονα στο Ελληνικό κράτος και να καταγγέλλει ότι διάφοροι περίοικοι γαιοκτήμονες καθώς προχωρούν τα έργα αποξήρανσης και υποχωρούν τα νερά καταλαμβάνουν και κατέχουν παράνομα μεγάλες εκτάσεις. Η Εταιρεία υπολόγισε το σύνολο των εκτάσεων που είχαν καταπατηθεί σε 28.427 στρέμματα. Το πρόβλημα θα απασχολήσει για πολλά χρόνια τις Ελληνικές κυβερνήσεις. Οι συμβάσεις που έγιναν μεταξύ του Ελληνικού Κράτους και της Εταιρείας το 1902, 1904,1906,1907, και το 1909 δεν κατάφεραν να επικυρωθούν από την Ελληνική Βουλή και έτσι το πρόβλημα παρέμενε άλυτο.
Το 1924 ύστερα από 30 χρόνια συνεχών πιέσεων των Άγγλων η Ελληνική κυβέρνηση Μιχαλακοπούλου αναγκάστηκε να δεχθεί Διεθνή διακανονισμό για την οριστική επίλυση όλων των διαφορών με την Εταιρεία. Στο Διεθνές Δικαστήριο την Ελλάδα εκπροσωπούσε ο αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου Κ. Γεωργιάδης την δε Αγγλική Εταιρεία ο Sr. Robert Windham Graves. Σε περίπτωση διαφωνίας των δύο πλευρών θα διοριζόταν επιδιαιτητής από τον Πρόεδρο της Ελβετικής Δημοκρατίας ή από τον πρόεδρο του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Τελικά το 1925 εκδόθηκε η απόφαση, η οποία επικυρώθηκε από την κυβέρνηση Πάγκαλου στις 10/8/1925 και έγινε νόμος του κράτους.
Η απόφαση προέβλεπε:

  1. να πληρώσει το Ελληνικό Δημόσιο στη Εταιρεία το ποσόν των 60.000 λιρών ως αποζημίωση για τα 28.427 στρέμματα που είχαν καταπατηθεί από τους παραλίμνιους καλλιεργητές.
  2. να προστεθούν στην κυριότητα της Εταιρίας άλλα 30.000 στρέμματα πλέον των 80.000 στρεμμάτων που προέβλεπε η σύμβαση του 1865.
  3. να εκχωρηθεί στην Εταιρεία η χρήση όλων των υδάτινων πόρων της Υλίκης και της Παραλίμνης για την παραγωγή Ηλεκτρικής Ενέργειας και την άρδευση της πεδιάδας με την χρήση αντλιοστασίων.

Μετά το τέλος της πολύχρονης διαμάχης με το Ελληνικό κράτος, η Εταιρεία προχώρησε σε νέα αποστραγγιστικά και αρδευτικά έργα. Με απώτερο σκοπό την αύξηση της αποδοτικότητας των εδαφών εισήγαγε νέα τεχνολογία και άρχισε να καλλιεργεί μόνη της μεγάλο τμήμα της πεδιάδας (αυτοκαλλιέργεια).

 

 

Κωπαΐδα (φωτ. Αντ. Μαζαράκη).

 

 

 

Πρωινό στην Κωπαΐδα
(φωτ. Αντ. Μαζαράκη).

img_divider

Αποστραγγιστικό - Αρδευτικό Σύστημα της Κωπαΐδας

Το έργο δεν στηρίχθηκε στον αρχικό σχεδιασμό να διοχετευτούν τα νερά προς Γλά και το Κεφαλάρι που βρίσκονται και οι μεγάλες καταβόθρες. Η κοίτη του Κηφισού άλλαξε πορεία, έγινε μακρά τάφρος από την περιοχή του Ορχομενού προς νότο κατά μήκος των δυτικών κρασπέδων της άλλοτε λίμνης μέχρι της Αλιάρτου, ανατολικά του όρους της Σφίγγας. Από την Αλίαρτο η κοίτη αυτή στρέφεται προς τα βορειοανατολικά και καταλήγει με τούνελ στην σημερινή λίμνη Υλίκη. Στη νέα κοίτη του Κηφισού χύνονται όλα τα ποτάμια που έρχονταν στη λίμνη από τα δυτικά (όπως η Έρκυνα της Λιβαδειάς και άλλα μικρότερα ποτάμια της περιοχής).
Ο Μέλας που πηγάζει όπως αναφέραμε από το Ορχομενό ακολουθεί στο μεγαλύτερο τμήμα, τη διαδρομή της τάφρου που είχαν χαράξει οι Μινύες και 3 χιλιόμετρα περίπου πριν το Κάστρο, αντί να ακολουθήσει την πορεία προς το Γλά και την μεγάλη καταβόθρα, (όπως ήταν ο αρχικός σχεδιασμός) στρέφεται νοτιοανατολικά και συναντά λίγο πριν την διασταύρωση Ακραιφνίου, την κεντρική διώρυγα όπου εκβάλει ο Κηφισός και άλλα δύο ποτάμια που έχουν ανοιχθεί ανάμεσα στον Κηφισό και τον Μέλανα. Η κεντρική διώρυγα καταλήγει στην σήραγγα (τούνελ) Καρδίτσας και από εκεί στην Υλίκη.

Επειδή σκοπός των έργων δεν ήταν μόνο η αποξήρανση της λίμνης αλλά και η άρδευση της πεδιάδας που θα προέκυπτε σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε ένα θαυμάσιο αρδευτικό-αποστραγγιστικό σύστημα. Στα τέσσερα ποτάμια που διασχίζουν την Κωπαΐδα, δεξιά και αριστερά της κοίτης τους, κατασκευάστηκαν αναχώματα και πάνω σ΄ αυτά έγιναν δρόμοι. Έτσι με γεμάτα τα ποτάμια η στάθμη του νερού ήταν πάνω από την επιφάνεια των χωραφιών και το νερό μπορούσε να διοχετευτεί για πότισμα με φυσική ροή σε μεγάλο τμήμα του κάμπου. Καθ΄ όλο το μήκος των ποταμών, από την μία πλευρά τους, δίπλα στα αναχώματα φυτεύτηκαν δενδροστοιχίες με λεύκες και κάθε ένα χιλιόμετρο κι΄ από τις δύο πλευρές τους, ανοίχτηκαν κανάλια (σούδες) κάθετα με τα ποτάμια που επικοινωνούσαν μ΄ αυτά με φράγματα. Επίσης με τον ίδιο τρόπο δίπλα από τα κανάλια έγιναν αναχώματα, πάνω σ΄ αυτά δρόμοι και κάθε χιλιόμετρο κάθετα μ΄ αυτά έγιναν άλλα κανάλια. Έτσι όλος ο κάμπος ή τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος του χωρίστηκε σε τετραγωνικά χιλιόμετρα. Κάθε δε τετραγωνικό χιλιόμετρο χωρίστηκε με άλλες σούδες σε τέσσερα τμήματα των 250 στρεμμάτων.

Στις γωνίες των τετραγωνικών χιλιομέτρων σε μία τριγωνική έκταση με κάθετες πλευρές περίπου 100-120 μ. φυτεύτηκαν ακακίες ή λεύκες. Τα περίφημα τρίγωνα της Κωπαΐδας. Σε όλες τις διακλαδώσεις μεταξύ ποταμών-καναλιών και καναλιών με άλλα κανάλια αλλά και ενδιάμεσα, έγιναν γέφυρες και φράγματα. Με τις κατάλληλες παρεμβάσεις κλείνοντας ή ανοίγοντας τα φράγματα το νερό μπορούσε να οδηγηθεί στο επιθυμητό σημείο για πότισμα. Η συνολική έκταση που κατελάμβαναν τα έργα αυτά (ποτάμια, σούδες, δρόμοι, τρίγωνα κ.λπ.) έφθανε τα 16700 στρέμματα. Το κτήμα διέθετε οδικό δίκτυο 600 χιλιομέτρων και εκατοντάδες μεγάλες και μικρές γέφυρες και φράγματα.

Η παλαιά σήραγγα Καρδίτσας. Έχει μήκος 672 m, διατομή ωοειδή, πλάτος πυθμένα 5,10-6,00 m, ύψος 7,35-7,50 m και στο μεγαλύτερο μέρος της ήταν επενδεδυμένη με πέτρα. Μετά το τέλος της σήραγγας, ανοικτός αγωγός μήκους 815 m διοχέτευε τα νερά στην Υλίκη.

Την περίοδο 1976 -1977 κατασκευάστηκε νέα διώρυγα και σήραγγα (δίπλα στην παλαιά), με πολύ μεγαλύτερη ικανότητα.

Σήμερα η παλαιά σήραγγα διατηρείται επισκευασμένη αναμένοντας να παραλάβει τις υπερχειλίσεις της νεότερης.

img_divider

Εγκαταστάσεις για τη διαχείριση της πεδιάδας

Για την σωστή διαχείριση της πεδιάδας, που ήταν εξίσου δύσκολη με την αποξήρανση, έπρεπε να γίνουν οι απαραίτητες εγκαταστάσεις στο καταλληλότερο χώρο και να οργανωθεί ένα σύστημα αποτελεσματικής διοίκησης. Προσωρινά η Εταιρεία λειτούργησε στις εγκαταστάσεις των Θηβών, όπου υπογράφηκε και το πρωτόκολλο παραλαβής (21-9-1892). Η οριστική όμως εγκατάσταση προβλεπότανε να γίνει στην Αλίαρτο, όπου από το 1887 είχαν κτιστεί και τα πρώτα κτίρια. Η επιλογή της Αλιάρτου συγκέντρωνε πολλά πλεονεκτήματα. Ήταν πάνω στην μοναδική Εθνική Οδό που συνέδεε την Αθήνα με τις πρωτεύουσες των γύρω νομών, ήταν στο κεντρικότερο σημείο του κτήματος και μακριά από τα επικίνδυνα έλη του κάμπου. Επί πλέον στο Μούλκι προβλεπότανε να γίνει ενδιάμεσος Σταθμός του σιδηροδρόμου Αθηνών-Λαμίας.

Ανάμεσα στα χωριά Μάζι και Μούλκι υπήρχε μια μεγάλη έκταση που είχε παραχωρηθεί από το Ελληνικό Κράτος με το νόμο περί «Προικοδοτήσεως Ελλήνων Αγωνιστών του 1821» στους οπλαρχηγούς Γεώργιο Κριμπά από το Μάζι και Νικόλαο Κριεζώτη από την Εύβοια. Στο κτήματα αυτά και σε μικρές άλλες ιδιοκτησίες που συνόρευαν βρέθηκε και ο κατάλληλος χώρος για την δημιουργία των απαραιτήτων εγκαταστάσεων της εταιρείας. Έτσι δίπλα ακριβώς από την εθνική οδό Αθηνών-Λαμίας (παλαιά εθνική οδό) προς το νότο, κτίστηκε το κτίριο της Διοίκησης και οι κατοικίες για τους ανώτερους, τους μεσαίους και τους κατώτερους υπαλλήλους της εταιρείας. Στο βάθος του τεράστιου αυτού κήπου κτίστηκε η πολυτελής κατοικία του Γενικού Διευθυντή. Ο χώρος ανάμεσα στις κατοικίες και τις άλλες εγκαταστάσεις γέμισε από δέντρα και θάμνους και παρτέρια με παντός είδους λουλούδια, ενώ όλο το κτιριακό συγκρότημα ήταν περιφραγμένο και οι είσοδοι ελεγχόμενοι. Στο χώρο του κήπου αργότερα κατασκευάστηκε υδρόμυλος και ριζόμυλος. Στους ντόπιους αλλά και στους κατοίκους των γύρω περιοχών ο οικισμός αυτός θα γίνει γνωστός με την ονομασία Κριμπάς, όνομα που επεκράτησε από το κτήμα που αναφέραμε παραπάνω. Ο δε χώρος των εγκαταστάσεων, που αποτελούσε και το αξιοθέατο της περιοχής, κήποι του Κριμπά.

Στην Αλίαρτο κατασκευάστηκε επίσης ένα πρότυπο σύνολο από στάβλους που περιλάμβαναν μονάδα αναπαραγωγής ζώων για όργωμα, ζώων για παραγωγή γάλακτος και μονάδα αναπαραγωγής αλόγων που χρησίμευαν στις μετακινήσεις των επιστατών και για να σέρνουν τις άμαξες των διευθυντικών στελεχών στις συχνές επιθεωρήσεις των αγρών και των εγκαταστάσεων του κάμπου. Κτίστηκαν ακόμη στην Αλίαρτο τεράστιες αποθήκες, για την συγκέντρωση της παραγωγής, μηχανουργείο και αποθήκη καυσίμων. Στην έξοδο της σήραγγας Καρδίτσας (Ακραίφνιο) στην Υλίκη κατασκευάστηκε Υδροηλεκτρικό Εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, που με ηλεκτρικό δίκτυο μήκους 13 χλμ. ηλεκτροδοτούσε τον οικισμό και ολόκληρες τις εγκαταστάσεις της εταιρείας στην Αλίαρτο. Στα κεντρικά κτίρια της Εταιρείας εγκαταστάθηκε η Διοίκηση και τα Τμήματα: Οικονομικό, Διοίκησης, Προμηθειών, Μηχανολογικό, Τεχνικών Έργων και το τμήμα Καλλιέργειας.

Το καλλιεργητικό τμήμα του κτήματος χωρίστηκε διοικητικά σε 5 μεγάλες περιφέρειες: του Ορχομενού, του Μέλανα, του Ακραιφνίου, του τμήματος Α-Γ και του τμήματος Β-Η. Στις περιοχές αυτές κατασκεύασε γραφεία, αποθήκες και κατοικίες για το διοικητικό προσωπικό, τους επιστάτες και τους φύλακες. Σε επιλεγμένες θέσεις μέσα στον κάμπο, κάθε δύο τρία χιλιόμετρα, συνήθως κοντά στα ποτάμια κατασκεύασε τα φυλάκια, που ήταν κτίρια με δωμάτια για την παραμονή των φυλάκων, αποθήκες για την συγκέντρωση των καρπών, ημι-υπαίθριους και υπαίθριους χώρους για τις συναλλαγές των καλλιεργητών με την Εταιρεία. Στον προαύλιο χώρο όλων των φυλακίων ανοίχτηκαν πηγάδια για την εξασφάλιση πόσιμου νερού για το προσωπικό, αλλά και για τα ζώα τόσο της Εταιρείας όσο και των αγροτών που καλλιεργούσαν τα χωράφια. Τους καλοκαιρινούς μήνες κοντά στα φυλάκια, συνήθως στα πλησιέστερα τρίγωνα, οι αγρότες έφτιαχναν πρόχειρα καταλύματα διανυκτέρευσης, για να αποφεύγουν τις πολύωρες μετακινήσεις στα χωριά τους.

Γενική άποψη των κτιρίων στην Αλίαρτο (φωτ. Αντ. Μαζαράκη).

Συγκρότημα κτιρίων της Εταιρείας (φωτ. Αντ. Μαζαράκη).

 

Κτίριο Διοίκησης (φωτ. Αντ. Μαζαράκη).

Δυτική πλευρά της κατοικίας του
Γενικού Δ/ντή της Εταιρείας (φωτ. Αντ. Μαζαράκη).

img_divider

Χάουαρντ Μακ Ελντέρ

Ένας από τους συντελεστές της μεγάλης προσπάθειας για την αξιοποίηση και την σωστή διαχείριση του κάμπου, ήταν ο Άγγλος διευθυντής Χάουαρντ Μακ Ελντέρ. Πράγματι από το 1908 έως 1952, με εξαίρεση τα χρόνια της Γερμανικής κατοχής, ήταν η ψυχή του κάμπου. Οι σύγχρονοι του, τον θυμούνται να γυρίζει με την άμαξα του, ατέλειωτες ώρες μέσα στον κάμπο, να επισκέπτεται τα γραφεία, τα φυλάκια και τις εγκαταστάσεις, σ΄ όλη την έκταση του κάμπου για να έχει προσωπική άποψη για όλα τα θέματα που απασχολούσαν το κτήμα.
Στην εποχή του όλα τα ποτάμια, και όλες οι σούδες καθαρίζονταν κάθε ένα ή δύο χρόνια από τα καλάμια και ότι άλλο φύτρωνε στις όχθες τους και διατηρούνταν καθαρά σ’ όλη την διαδρομή τους.

Οι χωμάτινοι δρόμοι επισκευάζονταν ώστε να γίνονται βατοί από την επίδραση του χειμώνα. Τα μικρά και τα μεγάλα φράγματα διατηρούταν σε καλή κατάσταση, ώστε να είναι έτοιμα για το πότισμα του καλοκαιριού. Τα κτίρια των γραφείων, των κατοικιών, και των φυλακίων περιβάλλονταν από αυλές και κήπους με λουλούδια που έλαμπαν από καθαριότητα.

Χάουαρντ Μακ Eλντέρ.

img_divider

Καλλιεργητικό Πρόγραμμα

Η αυτοανάφλεξη της τύρφης, πέραν των δυσκολιών που είχε δημιουργήσει στην ομαλή πορεία των έργων, είχε καταστρέψει τις οργανικές ουσίες του εδάφους και είχε μειώσει σε μεγάλο βαθμό την αποδοτικότητα της γης. Επίσης κάποιες πρώτες εκμεταλλεύσεις είχαν αποδείξει την ύπαρξη σε μικρό βάθος αργιλικών πετρωμάτων τα οποία απαιτούσαν επιφανειακό όργωμα και οργανωμένη επίβλεψη της καλλιέργειας.
Η έλλειψη σύγχρονης τεχνολογίας στην καλλιέργεια αποτελούσε ένα σοβαρό αρνητικό παράγοντα στην απόδοση των καλλιεργούμενων εκτάσεων.
Η εταιρεία προσπαθούσε να προσελκύσει του παραλίμνιους καλλιεργητές με διάφορους τρόπους. Λέγεται μάλιστα ότι, όποιος καθάριζε από τα καλάμια και καθιστούσε καλλιεργήσιμη μια έκταση θα έπαιρνε τη μισή και θα πλήρωνε γι΄ αυτή μόνο τα αρδευτικά. Έτσι οι κάτοικοι του Μαρτίνου, είχαν φθάσει να έχουν στην Κωπαΐδα 18.000 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης.
Η εταιρεία για να μεγιστοποιήσει την απόδοση των εδαφών και να κάνει σωστή διαχείριση των υδατίνων πόρων καθιέρωσε ένα «Κυλιόμενο» πρόγραμμα καλλιέργειας. Αυτό σήμαινε ότι κάθε καλλιεργητής ήταν υποχρεωμένος να καλλιεργήσει το προϊόν το οποίο προβλεπόταν από το ετήσιο πρόγραμμα καλλιέργειας της εταιρείας. Η παραβίαση αυτού του κανόνα ισοδυναμούσε με έξωση από τα κτήματα της εταιρείας. Με το πρόγραμμα αυτό μπορούσε η εταιρεία να διαπιστώσει την στρεμματική απόδοση των χωραφιών και να υπολογίσει περίπου τα συνολικά έσοδα του κτήματος.

Από το 1887 Γάλλοι κεφαλαιούχοι και οι παλαιοί ομογενείς επενδυτές κατέχουν την πλειοψηφία των μετοχών, την διαχείριση όμως και την επενδυτική πολιτική την έχουν oi «στρατηγικοί» επενδυτές. Οι Άγγλοι έχοντας το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας γνωρίζουν ότι τα κεφάλαια που επενδύουν δε θα αποδώσουν άμεσα, αλλά μετά από κάποια χρόνια, θα έχουν τελικά ένα ικανοποιητικό εισόδημα. Οι παλαιοί όμως μέτοχοι βλέποντας ότι για την ολοκλήρωση των έργων απαιτούνται νέες επενδύσεις με αβέβαιες γι΄ αυτούς αποδόσεις, προτιμούν να πωλήσουν το κτήμα στο κράτος, συμπλέοντας έτσι με τους καλλιεργητές. Η διαφορά αυτή των αντιλήψεων μεταξύ εταιρείας και παλαιών επενδυτών θα διαιωνίζεται ως την τελική εξαγορά από το Ελληνικό Δημόσιο. Από την άλλη πλευρά η πολιτική της εταιρείας προς τους καλλιεργητές δεν επέτρεπε την ειρηνική συνεργασία, προς όφελος και των δύο πλευρών. Η αυθαίρετη αύξηση του γεώμορου και οι άλλες επιβαρύνσεις είχαν καταστήσει ασύμφορη την καλλιέργεια των χωραφιών με αποτέλεσμα πολλοί καλλιεργητές σιγά-σιγά να τα εγκαταλείπουν. Η κατάσταση που είχε δημιουργηθεί οδήγησε σε κινητοποιήσεις, έντονες διαμαρτυρίες και τελικά στην μεγάλη απεργία του 1930-1931.

Για δύο χρόνια έμεινε ακαλλιέργητο ένα μεγάλο τμήμα του κάμπου. Όλοι ζητούσαν την απαλλοτρίωση και την διανομή της γης στους αγρότες. Όμως το τίμημα που ζητούσε η Εταιρεία ήταν απαγορευτικό για την οικονομία της Ελλάδας, που προσπαθούσε να επουλώσει ακόμη τις πληγές της από την μακρόχρονη περιπέτεια της Μικρασιατικής καταστροφής. Έτσι η κυβέρνηση Βενιζέλου περιορίστηκε να δεχτεί την μείωση του γεώμορου κατά 2% που προσέφερε η εταιρεία.

 

 

Χάρτης της αποξηραμένης Κωπαΐδας.

 

 

 

Η συλλεκτήρια διώρυγα της Κωπαΐδας απομακρύνει τα νερά προς την Υλίκη.

img_divider

Το ενδιαφέρον του Χαϊλέ Σελασιέ

Λίγα χρόνια πριν την απαλλοτρίωση της Κωπαΐδας από το Ελληνικό κράτος, ο αυτοκράτορας της Αιθιοπίας Χαϊλέ Σελασιέ είχε δείξει μεγάλο ενδιαφέρον να αγοράσει αυτός από τους Άγγλους την Εταιρεία. Το 1950 στέλνει λοιπόν μια αντιπροσωπεία προκειμένου να διαπραγματευτεί την αγορά του κτήματος. Τελικά δεν καταλήγουν σε συμφωνία.

img_divider

Απαλλοτρίωση της Κωπαΐδας

Ο Λειβαδίτης πολιτικός Δημήτριος Παπασπύρου που ήταν τότε Υπουργός Δικαιοσύνης εισηγήθηκε και πέτυχε να περιληφθεί στην τροποποίηση του συντάγματος που ψηφίστηκε το 1952 μεταβατική διάταξη για την λύση του Κωπαϊδικού προβλήματος και την απόδοση των χωραφιών στους ακτήμονες γεωργούς της Βοιωτίας και της Λοκρίδας.

Με Β.Δ. στις 23 Αυγούστου του 1953 επικυρώθηκε σύμβαση του Ελληνικού Δημοσίου με την Αγγλική Εταιρία λίμνης Κωπαΐδας να εξαγοράσει το κράτος για ένα εκατομμύριο οχτακόσιες χιλιάδες στερλίνες (1.800.000) όλη την περιουσία της εταιρίας που υπήρχε στην Κωπαΐδα.

Τον ίδιο χρόνο με το Ν.Δ. 2643/1953 «περί παραχωρήσεως προς αποκατάστασιν καλλιεργητών των γαιών του Κωπαϊδικού πεδίου» μοιράστηκε σε 12.500 οικογένειες απ΄ τα γύρω χωριά.

 

Φράγμα στην Κωπαΐδα.

img_divider

Ο Οργανισμός Κωπαΐδας

Με την οριστική διανομή του κτήματος, ο Οργανισμός Κωπαΐδος αντικατέστησε την Αγγλική Εταιρεία (Ν.Δ. 2488/24-7-1953). Στο θέμα των καλλιεργειών εφάρμοσε το "κυλιόμενο" πρόγραμμα, που είχε εφαρμόσει και η Αγγλική Εταιρεία - πρόγραμμα εναλλασσόμενων καλλιεργειών - με σκοπό την όσο το δυνατό μεγαλύτερη αύξηση της αποδοτικότητας των εδαφών. Επειδή όμως τα έργα που είχαν εκτελεσθεί μέχρι τότε ήταν κυρίως αποστραγγιστικά, ο Οργανισμός έστρεψε την προσοχή του αφενός στην κανονική λειτουργία του αποχετευτικού δικτύου, αφετέρου στην κατασκευή αυτόνομου αρδευτικού δικτύου. Με τις διαθέσιμες ποσότητες νερού δεν μπορούσαν να αρδευτούν περισσότερα από 50-60 χιλιάδες στρέμματα.

Έτσι το 1958-59 στις όχθες της Υλίκης κατασκευάστηκε αντλιοστάσιο και ειδικό κανάλι επιστροφής στα ποτάμια συμπληρωματικών ποσοτήτων νερού. Το κανάλι αυτό ξεκινάει από το αντλιοστάσιο, από υψόμετρο τέτοιο που επιτρέπει τη φυσική ροή του νερού προς το Κωπαϊδικό πεδίο, περνάει από σήραγγα 800 περίπου μέτρων, που κατασκευάστηκε γι΄ αυτό το σκοπό, ακολουθεί τα νότια κράσπεδα του χαμηλής οροσειράς του Ακραιφνίου και καταλήγει στη θέση Βρυστικά κοντά στην γνωστή νησίδα της ακρόπολης του Γλα.
Όταν η στάθμη της λίμνης πέφτει κάτω από τα όρια άντλησης έχει προβλεφτεί πλωτό αντλιοστάσιο να τροφοδοτεί το σταθερό, (διπλή άντληση) από απόσταση ενός χιλιομέτρου περίπου όπου η λίμνη έχει μεγάλο βάθος. Η μεταφορά γίνεται με σιδηροσωλήνες μεγάλης διαμετρου που έχουν τοποθετηθεί μόνιμα. Ένα άλλο πρόβλημα που έπρεπε να αντιμετωπίσει ο Οργανισμός ήταν η μέθοδος ποτίσματος.
Μέχρι τότε γινόταν με διήθηση (ή κατάκλιση όπως συνηθιζόταν από τους ντόπιους). Ανυψωνόταν δηλαδή με φράγματα η στάθμη του νερού στα ποτάμια και τις σούδες τόσο όσο επέτρεπε την φυσική ροή του, με μικρά κανάλια, μέσα στα χωράφια.
Ο τρόπος αυτός, εκτός από την σπατάλη του νερού, είχε και αρνητικά αποτελέσματα στην παραγωγή, γιατί καθώς η γη απορροφούσε νερό σε μεγάλο βάθος και στέγνωνε δύσκολα, αναπτυσσόταν υπερβολικά το φύλλωμα εις βάρος του καρπού. Το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε με την χρησιμοποίηση αντλητικών συστημάτων τεχνικής βροχής. Έτσι μέσα σε χρονικό διάστημα πέντε ετών αυξήθηκε η αρδευόμενη έκταση κατά 30.000 στρέμματα.
Το 1972 έγινε διαπλάτυνση και εκβάθυνση της παλαιάς διώρυγας και ανοίχθηκε νέα σήραγγα (τούνελ) δίπλα στην παλαιά πολύ μεγαλύτερη και έτσι ολοκληρώθηκαν τα αντιπλημμυρικά έργα του κάμπου της Κωπαΐδας. Με την εκτροπή των νερών στη νέα διώρυγα έπαυσε να χρησιμοποιείται η παλαιά σήραγγα και μαζί μ’ αυτή και η λειτουργία του υδροηλεκτρικού εργοστασίου που λειτουργούσε στην έξοδό του.
Τέλος το 2009 καταργήθηκαν οι σιδηροσωλήνες και αντικαταστάθηκαν από ένα καινούργιο τσιμεντένιο κανάλι μέσω του οποίου το νερό με φυσική ροή φθάνει στο σταθερό.

Το 2014 βάσει του νόμου 4250/2014 ο Οργανισμός Κωπαΐδας καταργήθηκε και κάθε αρμοδιότητά του μεταφέρθηκε στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας.

 

Το παλιό υδροηλεκτρικό εργoστάσιο της Αγγλικής εταιρείας (φωτ. 2007).

 

 

Το αντλιοστάσιο επιστροφής νερού
στον κάμπο της Κωπαΐδας.

img_divider

Επιπτώσεις της αποξήρανσης

Πριν την αποξήρανση οι κάτοικοι γύρω από τη λίμνη ζούσαν σχεδόν πρωτόγονα. Καλλιεργούσαν τις λίγες εκτάσεις που υπήρχαν στις όχθες της λίμνης, αλλά η παραγωγή καταστρεφόταν πολλές χρονιές από τις πλημμύρες. Ακόμη ψάρευαν, κυνηγούσαν ή έβοσκαν γιδοπρόβατα, βόδια και γουρούνια. Με την αποξήρανση δόθηκαν μεγάλες εκτάσεις για εκχέρσωση και καλλιέργεια, πράγμα που άλλαξε και βελτίωσε τη ζωή του τόπου ριζικά.

Άρχισαν να καλλιεργούνται περίπου 250.000 στρέμματα. Απασχολήθηκαν χιλιάδες εργατικά χέρια και έγινε μεγαλύτερης έκτασης καλλιέργεια περισσοτέρων προϊόντων. Εκτός από το σιτάρι καλλιεργείται και βαμβάκι, αραβόσιτος, όσπρια, πεπόνια. Ταυτόχρονα αναπτύσσεται μεγαλύτερη κτηνοτροφία, όπου εκτρέφονται χιλιάδες αιγοπρόβατα και βοοειδή .

Μια άλλη πολύ σημαντική βελτίωση που επέφερε η αποξήρανση είναι αυτή στο θέμα της υγείας, όπου αρχίζει να μειώνεται αρχικά και να εξαφανίζεται στη συνέχεια, η ελονοσία που πριν κυριολεκτικά θέριζε τους κατοίκους.

 

Φυλάκιο κοντά στον Γλα.

img_divider

Πολιτιστική αξιοποίηση

Τα τεχνικά έργα, τα αγροτοβιομηχανικά κτήματα, οι κατοικίες του προσωπικού, οι καλύβες των εργατών, οι νερόμυλοι και το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο - κατάλοιπα των εγκαταστάσεων της Αγγλικής Εταιρείας και ταυτόχρονα χνάρια μιας ολόκληρης εποχής - έχουν χαρακτηριστεί από το Υπουργείο Πολιτισμού ως ιστορικά μνημεία.

Η 1η Εφορεία Νεώτερων Μνημείων, σε συνεργασία με τον Δήμο Αλιάρτου και τον Οργανισμό Κωπαΐδας, ξεκίνησε το 1994 πρόγραμμα αποκατάστασης των διατηρητέων κτισμάτων και χώρων, καθώς και συντήρηση του μηχανολογικού εξοπλισμού και του αρχειακού υλικού.

Πηγές:

"Ακραιφία", Κ. Ανδρίτσος,
"Η λίμνη της Κωπαΐδας", Γ. Λάμπρου,
"Κωπαΐδα-Οι καημοί του βάλτου", Β. Μαράντος.

[ess_grid alias="copais"]